Γράφει ο Δημήτρης Ξυλούρης
Κάποια στιγμή θα τη γνωρίσεις. Όχι την «τέλεια». Όχι αυτή που σε κοιτά με θαυμασμό, αλλά εκείνη που θα σε κοιτά λες και σε έχει ήδη διαβάσει. Θα μπεις στο βλέμμα της και θα χαθείς, όχι γιατί είναι όμορφη, αλλά γιατί θα βλέπεις μέσα του εσένα όπως δεν σε έχει δει κανείς.
Θα σε αλλάξει, χωρίς να το προσπαθήσει. Όχι επειδή θα σου το ζητήσει, αλλά επειδή θα το προκαλέσει. Θα σε κάνει να θες να γίνεις καλύτερος, πιο αληθινός, πιο ουσιαστικός. Δεν θα σε μαλακώσει – θα σε ξεγυμνώσει. Θα σου βγάλει ό,τι φοβόσουν να δείξεις, θα σου αναποδογυρίσει το μέσα σου και θα το φωτίσει.
Μπορεί να τη συναντήσεις τυχαία, μια μέρα που δεν θα περιμένεις τίποτα. Θα πεις κάτι ανούσιο, εκείνη θα γελάσει, και χωρίς να το καταλάβεις, θα αρχίσεις να μετράς τις ώρες ανάμεσα στα μηνύματα. Θα σκέφτεσαι τη φωνή της πριν κοιμηθείς, και θα πιάνεις τον εαυτό σου να θέλει να της πει τα πάντα. Αυτή είναι η αρχή της αλλαγής: όταν κάποιος σε κάνει να μη θες να κρύβεσαι πια.
Δεν θα είναι εύκολη. Θα έχει γωνίες, εγωισμό, φόβους. Θα σε τσακίζει και θα σε γιατρεύει μέσα στην ίδια μέρα. Αλλά θα είναι αληθινή. Και αυτό αρκεί. Γιατί κουράστηκες από τις εύκολες αγάπες, από τις ωραίες που δεν άντεχαν βάρος. Εκείνη θα σε αντέξει. Θα σε μάθει, θα σε δει, θα σε νιώσει.
Κι όταν τη γνωρίσεις, θα το ξέρεις. Γιατί δεν θα μπορείς να φύγεις. Όχι από εξάρτηση, αλλά από δέσιμο. Γιατί θα έχεις καταλάβει πως δεν σε άλλαξε για να σε φτιάξει αλλιώς· σε άλλαξε για να σε φέρει πιο κοντά σ’ αυτό που ήσουν πάντα, αλλά φοβόσουν να γίνεις.
