Γράφει η Λίνα Παυλοπούλου
Πάνε χρόνια κάμποσα. Διψήφιος κοντοζυγώνει ο αριθμός. Σαν κάτι να πάγωσε από τότε. Κάτι να σκλήρυνε για να αντέξει.
Μια καρδιά που σώπασε τους ζωηρούς της χτύπους, φόρο τιμής να αποδώσει σ’ εκείνη την αγάπη. Κάτι μούδιασε και έμεινε ακίνητο να μαρτυρά πως στη ζωή δεν τόλμησε να ξαναχαμογελάσει.
Και ένα όνειρο που έμεινε στη μέση, ξαναγκρεμίστηκε και πάλι. Ολα φωνάζαν στην αγάπη μα στα μισά του δρόμου, κάποιες βαλίτσες έφυγαν απ’ το κοινό το μονοπάτι.
Κι ένα παράπονο που κάποιος κλώτσησε για τα καλά, αυτό που έλεγε για πάντα.
Τι λείπει μετά από τότε;
Μια λέξη μόνο μου ‘ρχεται. Ζεστασιά.
Εκείνη η αίσθηση, εκείνη η αγκαλιά, εκείνο το χάδι. Εκείνο το βλέμμα που χάιδευε, εκείνο το φιλί.
Δεν ξέρω γιατί τώρα, δεν ξέρω γιατί πάλι.
Ενα δάκρυ ζεστό κυλά στα μάγουλα.
Ενα δάκρυ τιμής χρωστούμενο.
Πέρασε τόσος καιρός από την τελευταία φορά που κούμπωσαν οι αγκαλιές, που τα δάχτυλα μπλέχτηκαν σαν ένα, που τα βλέμματα μίλησαν χωρίς λόγια.
Τα χέρια μου κλείνω προς τους ώμους μου, το κεφάλι γέρνω προς το πλάι, έτσι να θυμηθώ εκείνη την αίσθηση της ζεστής αγκαλιάς, της ουσίας της παρουσίας.
Ενα δάκρυ τιμής, νοσταλγικά κυλά στο μάγουλο, κι ύστερα έρχεται κι άλλο, κι άλλο με ένα παράπονο που εκείνη η αγκαλιά έμεινε να ζει μέσα σε τόσο κρύο.
Διέξοδο ζητά στο σήμερα η θλίψη.
Φτάνει, τι με κρατάς άλλο πια;
Το πένθος έρχεται η ώρα του που κλείνει.
Φόρο τιμής το δάκρυ σου, είναι η ώρα η θλίψη για να φύγει! Η ώρα της απελευθέρωσης!
Υ.Γ.: Η διαδικασία του πένθους έχει στάδια, είναι δύσκολη και κάθε άνθρωπος το περνά με τον δικό του μοναδικό προσωπικό τρόπο.