Γράφει η Blonde Commando
Σ’ εκείνα τα παλιά λευκώματα με το λουλουδάτο εξώφυλλο βρίσκεις κρυμμένη σοφία που αγνοούσες χρόνια: «αν έχεις καρδιά από κρύσταλλο, μην τη δώσεις ποτέ σε χέρια που τρέμουν» έγραφε κάποια φίλη που πλέον δεν μπορείς να θυμηθείς ποια ήταν.
Κι έδωσες την καρδιά σε τρεμάμενα χέρια πολλές φορές γιατί δεν ήξερες ότι είναι εύθραυστη. Κάπου νόμιζες ότι θα μπει μια τελεία στην απογοήτευση που μπορεί να σου προκαλούν οι άνθρωποι, αλλά μένουν πάντα αποσιωπητικά. Φτάνεις να περνάς δεύτερη εφηβεία χρόνια μετά την κανονική.
Δεν έχουν τελειωμό οι οχλήσεις, οι επικρίσεις και ο ψόγος σε αυτή τη ζωή. Το παράδοξο είναι ότι καθώς ανεβαίνεις τα σκαλιά πολλαπλασιάζονται αντί να φεύγουν. Εχθροί ήλθαν ντυμένοι φίλοι τόσες φορές. Ακόμη έρχονται για να σε μείνεις κατάχαμα όταν έχεις πέσει. Δείχνεις ευαίσθητη και οι άνθρωποι σε βλέπουν τρωτή. Ψάχνουν την αχίλλειο πτέρνα σου για να ρίξουν τα βέλη.
Έρωτες με την ψευδαίσθηση του «για πάντα» που χάθηκαν στο ποτέ. Τα ψέμματα της σαγήνης που αποκαλύπτουν την ανυπαρξία της ουσίας. Κάποιες φορές χρόνια μετά…Σε πονάει το αμάξι που οδηγούσαν, τα νησιά που επισκέφτηκαν, οι στιγμές που έκλεψαν, τα φιλιά που έγιναν μαχαιριές. Σε τρομάζει η στιγμή που η ζωή μέσα στο σαρκασμό της θα τους φέρει ξανά στην πόρτα σου, δημιουργώντας τα πιο σκιαχτικά φαντάσματα: αυτά του έρωτα που κατέληξε σε μόνιμη πληγή.
Η καρδιά θρυμματίζεται. Απέμειναν λίγα μικρά κομματάκια που αντανακλούν το φως στο σκοτάδι. Πόσο θα ήθελες να σου είχαν πει πιο πριν πως οι άνθρωποι είναι συνάμα το πιο γοητευτικό και το πιο καταστροφικό ον! Αγαπούν να εξουσιάζουν, να χειραγωγούν, να ταπεινώνουν. Συχνά η διάθεσή τους κρύβεται κάτω από ένα γέλιο που ακούγεται σαν μουσική.
Ύστερα απολογείσαι στον εαυτό σου που δεν προφύλαξες αυτήν την καρδιά, ό,τι πολυτιμότερο διαθέτεις. Ή μήπως όχι; Μήπως θα ήταν καλύτερη η ζωή αν δεν ένιωθες τίποτα; Μήπως εκείνη σε καθοδηγεί λάθος; Καθώς χτυπά σου θυμίζει ότι είσαι ζωντανή και νιώθεις, πράγμα σπουδαίο από μόνο του. Ίσως τελικά το κρύσταλλο και το γυαλί να δημιουργήθηκαν για να σπάνε. Δεν κρατάει αιώνια η ύλη, όπως και η ομορφιά.
Αλλά πλέον φοβάσαι τα χέρια που προσφέρονται να την κρατήσουν. Αυτούς που υπόσχονται και δεν πράττουν. Εκείνους που δεν χαμογελάνε αληθινά και δεν κοιτάζουν στα μάτια. Αυτούς που επιβεβαιώνονται με το να δαμάζουν τους άλλους. Είναι αυτοί με τα τρεμάμενα χέρια. Μαζί με τους αδαείς, τους μπερδεμένους, τους επιφανειακούς και τους νάρκισσους.
Τώρα έμαθες ποιους πρέπει να αποφεύγεις. Τώρα απέκτησε η καρδιά επίστρωση χάλυβα. Θα αντέξει. Θα χτυπήσει για όσους το αξίζουν. Θα πάψει να σε σκοτώνει η κακή πρόθεση κάποιου άλλου. Μα, το μεγάλο στοίχημα σε έναν κόσμο με καλουπωμένες ψυχές και υποταγμένες συνειδήσεις είναι πάντα το ίδιο: μην ξεχνάς ποτέ ότι μια καρδιά που ραγίζει σε κάνει ΑΝΘΡΩΠΟ.