Γράφει η Αστέρω
Στην αριθμητική της λογικής, ένα κι ένα κάνουν δύο. Στην αριθμητική του έρωτα, όμως, οι κανόνες καταρρέουν. Εκεί τα μαθηματικά χάνουν τη βαρύτητά τους γιατί ο έρωτας δε μετριέται, δε διαιρείται, δεν προστίθεται. Στον έρωτα, ένα κι ένα κάνουν ένα. Ή τίποτα.
Δεν πρόκειται για συνένωση σωμάτων, αλλά για ένωση κόσμων. Δύο άνθρωποι που ακουμπάνε ο ένας στον άλλον χωρίς να χρειάζονται απόδειξη. Που δεν αναζητούν κατοχή, αλλά παρουσία. Ο έρωτας δεν είναι σχήμα συμμετρικό. Είναι μια εσωτερική μετατόπιση. Είναι η στιγμή που σταματάς να λες «εγώ» και αρχίζεις να σκέφτεσαι «μαζί» χωρίς να χάνεις τον εαυτό σου μέσα σ’ αυτό.
Ο αληθινός έρωτας δεν εξαφανίζει την ταυτότητα· την φωτίζει. Σαν καθρέφτης που δε δείχνει μόνο το πρόσωπό σου, αλλά και το βάθος πίσω από αυτό. Μέσα του δε μικραίνεις αλλά μεγαλώνεις. Μαθαίνεις να βλέπεις αλλιώς, να ανασαίνεις αλλιώς. Κι όταν δύο άνθρωποι αρχίζουν να αναπνέουν στον ίδιο ρυθμό δεν είναι επειδή ο ένας παρέδωσε στον άλλον, αλλά επειδή βρήκαν κοινό παλμό.
Στον έρωτα δεν υπάρχει μαθηματική ισότητα. Υπάρχει ισορροπία που συνεχώς μετακινείται. Μια αέναη διαπραγμάτευση ανάμεσα στη δική σου ελευθερία και στη δική του ύπαρξη και τούμπαλιν. Είναι χορός, όχι σύμβαση. Αν κρατήσεις πολύ σφιχτά, χάνεται. Αν αφήσεις εντελώς, διαλύεται. Το μυστικό είναι να αφήνεις λίγο χώρο, όσο χρειάζεται για να αναπνέει η αγάπη χωρίς να ξεθυμαίνει.
Ο έρωτας δε θέλει κατοχή. Θέλει τόλμη. Θέλει να σταθείς γυμνή από εγωισμό, να πεις “εδώ είμαι”, χωρίς να ζητάς εγγυήσεις. Είναι πράξη εμπιστοσύνης. Να δώσεις, χωρίς να μετράς. Να παραμείνεις ολόκληρη την ίδια στιγμή που ενώνεσαι. Ένα κι ένα δεν γίνονται ένα γιατί διαλύονται, αλλά γιατί συντονίζονται. Όπως δύο φλόγες που καίνε χωριστά, αλλά το φως τους γίνεται κοινό.
Όταν αγαπάς και αγαπιέσαι αληθινά δεν εξαφανίζεσαι. Δε χάνεις τη φωνή σου μα μαθαίνεις να μιλάς μέσα στη σιωπή του άλλου. Δεν ζεις για τον άλλον μα ζεις με τον άλλον. Είναι λεπτή η διαφορά κι όμως εκεί κρίνεται η αλήθεια του έρωτα.
Στον έρωτα, ένα κι ένα κάνουν ένα όχι γιατί ο ένας χάνεται μέσα στον άλλον, αλλά γιατί και οι δύο επιλέγουν να σταθούν μαζί, ελεύθεροι, ανοιχτοί, ακέραιοι. Είναι το πιο δύσκολο άθροισμα. Δυο ψυχές που δεν ακυρώνουν, αλλά συναντιούνται.
Κι όταν αυτή η συνάντηση συμβεί, όλα γύρω παύουν να έχουν την ίδια σημασία. Γιατί κάπου ανάμεσα στην καρδιά και τη λογική γεννιέται μια νέα εξίσωση. Εκεί όπου ένα κι ένα, όντως, κάνουν ένα.
