Γράφει η Γεώρα
Και σε ρωτάω γιατί; Γιατί τώρα που είπα ν’ ανασάνω; Γιατί τώρα που βρήκα το θάρρος να ζω παρέα με την απουσία σου;
Γιατί τώρα που συμφιλιώθηκα με την ιδέα πως δεν θα σ’ ακούσω πάλι, δεν θα με σκλαβώσει η φωνή σου, δεν θα γελάσω σαν μικρό παιδί στο άκουσμά της, δεν θα φτερουγίσει η καρδιά αν δει το όνομα να αναγράφεται στο κινητό. Δεν θα μου ξανά τηλεφωνήσεις.
Γιατί τώρα με διαλύεις; Γιατί τώρα που πήρα ανάσα οξυγόνου να συνεχίσω, μακριά μας!
Γιατί όχι πριν από ένα μήνα, που βούλιαζα στην αυτοκαταστροφή του έρωτα. Πριν από καιρό που ήσουν η προτεραιότητά μου κι’ ας μην ήσουν παρών.
Γιατί τώρα με καλείς; Γιατί με φοβίζεις πάλι; Γιατί δημιουργείς ελπίδες; Γιατί να προσπαθήσεις τώρα που είπα να ξεφύγω από εσένα, αφού εσύ διέγραψες πανηγυρικά εμένα;
Γιατί με σκοτώνεις μάτια μου; Δεν σου έμαθαν πως η αγάπη με δόσεις είναι θάνατος; Δεν ένιωσες ποτέ σχισμή στο στήθος εσύ; Σου έλειψα ή δεν μπόρεσες να με αντικαταστήσεις; Δεδομένο σου ή αγάπη σου;
Ανάθεμα (!) γιατί με καλείς απόψε το βράδυ; Γιατί; Και εγώ να στέκομαι πάνω από το κινητό και να με καλεί η “αγάπη μου” και να μην ξέρω αν πρέπει να ανταπαντήσω, ύστερα από τόσο αγώνα που έδωσα για να αγαπήσω την απουσία σου! Εσύ, θα μου απαντούσες ;