Γράφει η Σοφία Σοφιανίδου
Μια συνήθεια που αποκτούμε από παιδιά είναι εκείνη της πανοπλίας. Είναι η ατάκα «οι άντρες δεν κλαίνε» που ακουγόταν όταν ένας συμμαθητής μας έκλαιγε.
Είναι εκείνη η φράση που ξεστόμιζαν πως «τα κορίτσια πρέπει να είναι γλυκομίλητα». Είναι η φιλοσοφία του ποιοι πρέπει να είμαστε και η αντίθεση του ποιοι είμαστε τελικά.
Κάπως έτσι μάθαμε οι περισσότεροι να κρύβουμε τις ευαισθησίες μας και κάποιοι άλλοι προσπαθήσαμε να δείξουμε πόσο σκληροί και δυνατοί είμαστε για να μην τολμήσει κάποιος να δει τι αισθανόμαστε πραγματικά γιατί αυτό θα μας έκανε ευάλωτους, διάφανους και διαφορετικούς.
Κι έτσι βάλαμε όλοι μια αόρατη πανοπλία και την πηγαινοφέρνουμε σαν ξένο ρούχο επάνω μας προσπαθώντας να επιβιώσουμε στην -καθόλου εύκολη- καθημερινότητα και στις πολύ δύσκολες ανθρώπινες σχέσεις.
Έχουμε σκεφτεί πόσο ευκολότερη θα ήταν η ζωή μας αν δείχναμε τον εσωτερικό μας κόσμο χωρίς φόβους και πρέπει; Γιατί να παίζουμε συνέχεια ρόλους για να κρύψουμε όσα, τελικά, κάποια στιγμή θα βγουν στην επιφάνεια;
Γιατί γίνεται δεύτερή μας φύση αυτό που τόσο μας δυσκολεύει; Και γιατί θαυμάζουμε τους ανθρώπους που δείχνουν αυτό που είναι χωρίς να έχουν δεύτερες σκέψεις και είναι γεμάτοι αυτοπεποίθηση και τόλμη;
Προσπαθώντας να είμαστε αποδεκτοί γινόμαστε κάποιοι άλλοι. Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να ενταχθεί κάπου που δε θέλει και ποτέ το φτιαχτό δεν κέρδισε το αυθεντικό. Δεν είναι πανάκεια η σκληράδα, ούτε δίνει άφεση αμαρτιών η ψεύτικη ευγένεια.
Καμιά νόρμα δεν βοήθησε στην εξέλιξή μας και ποτέ δεν βγήκαμε κερδισμένοι αν πήγαμε με τους πολλούς γιατί φοβόμασταν να διαφέρουμε.
Θα έλεγε κανείς πως είναι υποχρέωσή μας να αφήσουμε ελεύθερους τους εαυτούς μας και να καμαρώνουμε για τους χαρακτήρες μας, όσο αυτοί δεν βλάπτουν την ελευθερία κανενός. Είναι δύσκολο πράγμα να ξεφορτωθεί κάποιος αυτή την πανοπλία όταν έχει γίνει ένα με το πετσί του.
Αλλά από την άλλη είναι πολύ απελευθερωτικό όταν συμβαίνει. Ειδικά στις ανθρώπινες σχέσεις δυσχεραίνει την κατάσταση αφού άλλο είμαστε, άλλο δείχνουμε, άλλο θέλουμε και άλλο παίρνουμε.
Κι αν θέλουμε να επιστήσουμε κάπου την προσοχή μας και να δούμε πόσο λάθος είναι όλο αυτό, μπορούμε να σκεφτούμε την αρχή μιας γνωριμίας όπου όλα είναι ρευστά, πηγαίνουμε τελείως στα τυφλά και για να γίνουμε αρεστοί καταλήγουμε να δείχνουμε έναν άλλον άνθρωπο από αυτό που τελικά είμαστε.
Ας σκεφτούμε πόσες φορές έχουμε πει «μα δεν ήταν έτσι στην αρχή». Ήταν, απλά δεν το έδειχνε. Και ήμασταν αλλά δεν το δείχναμε για να γίνουμε αποδεκτοί.
Τίποτα ψεύτικο δεν είναι αειθαλές. Κανείς δεν έμεινε χαραγμένος στη μνήμη κανενός αν συμφωνούσε σε όλα μαζί του. Θέλει πολλά κότσια να παραδεχτεί κάποιος ότι δεν είναι ιδανικός άνθρωπος, χαρακτήρας, προσωπικότητα.
Είναι, όμως, τόσο αληθινό όταν το κάνει που ξαφνικά η ζωή απλοποιείται, οι σχέσεις γίνονται απλές και η ζωή φαντάζει λίγο πιο απλή.
Αρκετά μας βασανίζουν, ας αφήσουμε τις πανοπλίες μας στην άκρη και πάμε να βρούμε αυτούς που μας αποδέχονται όπως είμαστε και όχι όπως ορίζουν κάποιοι πως πρέπει να είμαστε.