Γράφει η Ηρώ Αναστασίου.
Θα σου πω γιατί τις σιωπές μου μίσησα.
Θα σου πω γιατί δεν μπόρεσα ποτέ να σε ξεχάσω.
Θα σου πω γιατί υπήρξες η ψυχή μου για χρόνια.
Γιατί χάιδευες τις αυταπάτες μου.
Γιατί ήσουν εκεί όταν η ζωή ήταν σκληρή.
Κι εγώ ήθελα να μπορώ να λέω το σ’αγαπώ μου χωρίς να καταπίνω το σάλιο μου, χωρίς να ιδρώνει η αναπνοή μου.
Με κούρασε η τάχα μου δήθεν λογική σου.
Κουράστηκα να μαζεύω τα μέλη μου από τις επικρίσεις σου.
Μεγάλωσα και δεν μπορώ να κρεμάω στους ώμους μου την κάθε παραξενιά σου.
Όχι πως ο εαυτός μου είναι τίποτα σπουδαίος, αλλά δεν θέλησα ποτέ μου να σε πληγώσω.
Κι αν σε πλήγωσα άθελά μου, συγγνώμη.
Συγγνώμη που δεν μπόρεσα να σε ξεχάσω.
Γιατί κάποτε θα σου πω όσα δεν τόλμησα, όσα δεν μπόρεσαν να βγουν απ’την ψυχή μου, όσα δεν άντεξαν το βάρος της απουσίας σου.
Κι αν βολεύτηκα τότε στην ασφάλεια της αγάπης σου, είναι γιατί πίστεψα ότι η σαφήνεια των συναισθημάτων μου αρκούσε.
Αρκούσε ένα σου βλέμμα, μια γλυκιά αγκαλιά για να μου πάρει όλο τον πόνο.
Και τώρα πονάω που δεν σ’έχω, πονάω που είσαι τόσο μακριά μου.
Πονάει η ψυχή μου κάθε μέρα από την απουσία σου.
Θέλησα να τα διαγράψω όλα, αλλά η ψυχή δεν διαγράφει ότι αγάπησε υπερβολικά.
Πες μου έναν λόγο, γιατί να σε θέλω πίσω.
Πες μου γιατί σε θυμάμαι ακόμη και δακρύζω.
Πες μου γιατί να σε αναζητάω ακόμη και τώρα που σε μισώ.
Και δεν χωνεύω καθόλου αυτήν την λέξη, μίσος.
Τι σημαίνει δηλαδή ότι σε ξε-αγαπάω;
Σε αγαπάω μωρέ γαμώ το κέρατο μου, αλλά πρέπει να μάθω να ζω χωρίς εσένα.
Πώς να αντέξω τόσο καημό δεν ξέρω.
Ίσως κάποτε να σου πω πόσο πόνεσε η ψυχή μου για σένα!