Γράφει η Σαργέντη Λάουρα
Σε μια φάση «μετακομίζω γιατί χωρίζω» ήρθε ο κολλητός μου να με βοηθήσει. Classic.
– Πώ, πώ σκόνη! Καλά πόσα χρόνια την έχεις εδώ θαμμένη; Για βοήθησέ με να την κατεβάσω.
Έγιναν όλα τόσο βιαστικά. Η βαλίτσα από την χαρά της, πετάχτηκε στο χωλ κι έπεσε κατάχαμα, γεμίζοντας το δωμάτιο, με χρώματα, αρώματα, γράμματα σε κομφετί και…
Μα τι είναι όλα αυτά;
Θυμάμαι κάπου εκεί στο νηπιαγωγείο , που ένιωσα το πρώτο σφίξιμο στο στομάχι όταν είδα τον Μανώλο. Τότε είχα μια μικρή σάκα. Έκλεισα μέσα ( μαζί με το μήλο που δεν δάγκωσα ποτέ) τα παιχνιδιάρικα φλερτ στο προαύλιο, το πρώτο κάλεσμα σε γεύμα, με κουλούρι από το κυλικείο κι ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο, κάθε χρονιά, για τα χρόνια πολλά στη γιορτή μου. Ακόμα θυμάμαι και την πρώτη ζήλια για την ανταγωνίστρια μου, την Πέννυ. Μια χοντρούλα που όλο μας έκανε χαλάστρα.
Μετά στο δημοτικό, είχα πάρει πλέον σακίδιο Polo, όταν είδα τον απολλώνιο θεό, Φοίβο. Μου έδωσε το σκονάκι του σ’ ένα test στα αρχαία ελληνικά κι από τότε, κάθε απόγευμα είχαμε ραντεβού στο περίπτερο για παγωτό βανίλια και μετά βόλτα στο μπάσκετ για να χαζέψουμε τα πουλάκια, μ’ ένα μπαλαμούτι ενδιάμεσα. Ε, μετά έπαθα τις αμυγδαλές μου κι άρχισα να τρώω μήλα.
Στο γυμνάσιο σοβάρεψαν τα πράγματα! Άρχισαν τα πάρτι και η μπουκάλα μπήκε στη μέση του δωματίου. Το πρώτο φιλί στο στόμα και μετά γλωσσόφιλο. Στο λύκειο γνώρισα και την ερωτική πράξη μια 14η Φεβρουαρίου όπως αρμόζει στην εποχή του marketing must. Ακόμα θυμάμαι την απορία μου. «Τόσος ντόρος γι’ αυτό; Αλήθεια τώρα;». Μετά απο χρόνια κατάλαβα.
Τελικά, αγόρασα αυτή τη βαλίτσα κι έβαλα μέσα όλες τις τσάντες, τσαντούλες, σάκες, σακίδια και ταγάρια. Κάθε τόσο, την ανοιγοκλείνω για να «μυρίζω» τους παλιούς έρωτες, να διαβάζω τα γράμματα, τα ξεκολλημένα memos από κάποιο ψυγείο, το γάμο, το διαζύγιο.
Έτσι έφτασα μέχρι εδώ, με γεμάτη βαλίτσα όπως κι εσύ. Αλλά δεν ξέρω, νομίζω ότι όλα έχουν αλλάξει πια. Γιατί ενώ όλοι φωνάζουν απεγνωσμένα για έναν έρωτα παλιάς κοπής, που να ξεκινήσει με φλερτ, λουλούδια, άγγιγμα, δείπνο στο ηλιοβασίλεμα με σιγομαγειρεμένο φαγάκι, καλό κρασί και επιδόρπιο βαρκάδα στο φεγγαρόφωτο, εσύ έχεις κολλήσει στα social, ανταλλάσσοντας μηνύματα ηδονής και φιλίας με τον κάθε άγνωστο ακόλουθο, ζηλεύεις την επίδειξη της επαγγελματικής selfie ευτυχίας, πλούτου και σιλικονούχας ομορφιάς του κάθε celebrity της πεντάρας, τρως από πακέτο κακομαγειρεμένο φαγητό, «κι από αλήθεια, από έρωτα… τίποτα, τίποτα τίποτα. Της αφήνει το χέρι»(Γλυκιά Συμμορία, Νικολαίδης). Μήπως να το πάμε από την αρχή;