Γράφει ο Σάκης Χαλβαντζής.
Απουσία. Η δική σου βασανιστική απουσία. Δυνατότερη από τις παρουσίες πολλών. Δεν την επέλεξα. Όχι, δεν την επέλεξα. Δεν την απολαμβάνω, με πνίγει. Αυτή είναι η αναπόφευκτη αλήθεια. Απομονώνομαι. Χάνω την επικοινωνία μου με τους άλλους ανθρώπους. Βιώνω ένα σωρό θλιβερά συναισθήματα. Μ’έχει καταβάλει η ψυχική κούραση, η απόγνωση, η πικρία.
Κάποτε μ’έβλεπες, μ’άκουγες, με κατανοούσες. Κάποτε μ’αγαπούσες θυμάσαι; Δε μπορεί να μη θυμάσαι..
Τώρα; Τώρα έμεινα μόνος.. Αντιμέτωπος με τον εαυτό μου. Δίχως φίλους, δίχως κοινωνική ζωή. “Μακριά” από την οικογένειά μου, φορτισμένος μ’ένα σωρό ημιτελή, λειψά συναισθήματα. Δεν είμαι παρά μονάχα μια άθλια και λυπηρή εξαίρεση στον κανόνα: “Η καλοσύνη ανταμείβεται με καλοσύνη”. Στην περίπτωσή μου.. Η καλοσύνη κάνει παρέα με τη μοναξιά.
Δεν έχεις ιδέα με τι πάθος αγωνίζομαι καθημερινά ν’αγαπήσω τη μοναξιά μου. Αρχικά προσπάθησα να τη χτυπήσω κατά μέτωπο, να την κατατροπώσω, να τη νικήσω ίσως.. Ώσπου ένα βράδυ ξύπνησα ηττημένος, σφαδάζοντας με άηχες κραυγές. Διαπίστωσα ότι είναι πιο βαθιά απ’ό,τι πίστευα. Οι ρίζες της, δηλητηρίαζαν το ήδη ταλαιπωρημένο κορμί μου. Η σωματική μου υγεία πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Ένιωθα το αίσθημα της κατάθλιψης να εντείνεται μέρα με την ημέρα. Ένα σωρό ψυχικές διαταραχές, πακεταρισμένες, στο κατώφλι της πόρτας μου. Χτυπούσαν δαιμονισμένα να εισέλθουν στο ζωτικό μου χώρο. Προσπαθούσαν καθημερινά να μου κλέψουν το οξυγόνο. Ένιωθα στο πετσί μου το ωστικό κύμα από τον εκκωφαντικό ήχο που έκαναν οι νυχιές τους πάνω στην πόρτα. Κάποια από τα γδαρσίματα υπάρχουν ακόμα, για να μου θυμίζουν, τις μάχες που έδωσα. Νύχτες ολάκερες να παλεύω πίσω από μια κλειστή πόρτα. Μια πόρτα που δεν έλεγε ν’ανοίξει.. Γονατιστός, μόνος, να με χωρίζουν λίγα μέτρα από τον χειρότερό μου εφιάλτη. Την ερημιά του πλήθους.
Πόση ερημιά ν’αντέξω;
Κατακερματίζω τον εαυτό μου. Αρνούμαι τα πάντα, πλέον. Αρνούμαι την παρουσία αγάπης στη ζωή μου. Αποσύρομαι ηθελημένα. ΑΠΟΣΥΡΟΜΑΙ. Είναι κι αυτός ένας τρόπος προσωρινής διαφυγής απ’όλα αυτά που λαμβάνουν χώρα γύρω μου, κατακλύζοντάς με, θλίβοντάς με. Δεν μπορώ να γεφυρώσω το χάσμα του εαυτού μου με τον έξω κόσμο. ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ. Παρά τις συνεχείς προσπάθειες, παρά το επαναλαμβανόμενο μοίρασμα, ο πόνος παραμένει.. Κι είναι η απουσία σου που με διαλύει περισσότερο από την πραγματικότητα γύρω μου. Την πραγματικότητα την αντέχω.. Την απουσία σου, ΟΧΙ. Πώς να σηκώσω την τεράστια ευθύνη της επιλογής, της πορείας μου χωρίς εσένα. ΠΩΣ;
Αλήθεια, πώς;