Γράφει η Ιωάννα Ντρε
Όλα ξεκίνησαν τόσο όμορφα και ιδανικά που με τρόμαζε το τέλος για κάποιο λόγο.
Θες πες το καχυποψία, θες πες το ένστικτο, κάτι με φόβιζε αν και δεν το άφηνα να με επηρεάσει.
Όταν με ήθελες το ένιωθα. Το αισθανόμουν και ήμουν χαρούμενη. Όταν με αγάπησες κιόλας έγινα η πιο ευτυχισμένη γυναίκα στο κόσμο.
Σε αγάπησα κι εγώ όσο τίποτα άλλο στη ζωή μου.
Κάπου στη πορεία αυτής της σχέσης όμως τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν άλλη τροπή. Αδιαφορούσες για μένα. Σου έφταιγε το παραμικρό και ακόμα και όταν έφταιγες έβγαζες εμένα φταίχτρα επειδή ζητούσα τα ρέστα για τη συμπεριφορά σου. Μερικές φορές με κάλμαρες με καμιά αγκαλιά αλλά μετά ξανά τα ίδια. Αυτό πλέον είχε γίνει η καθημερινή μας ρουτίνα.
Άρχισα να αμφιβάλω για τα αισθήματα σου και από τη στιγμή που άρχισα να αμφιβάλω η καρδιά μου έμπαζε από παντού ανασφάλεια, πόνο και αναπάντητα ερωτήματα και εξηγήσεις που ζητούσα να έχω και που δεν έλαβα ποτέ.
Κι αφού δε με ήθελες γιατί δεν έφευγες.
Κι αφού σου τελείωσα μέσα σου γιατί δε το τελείωνες μια και καλή και έπαιζες με τη ζωή μου και τη ψυχολογία μου.
Είχες το θράσος να παίζεις μαζί μου αλλά δεν είχες το θάρρος να είσαι εντάξει απέναντί μου όπως ήμουν κι εγώ.
Όταν κάποιος θέλει να φύγει από τη ζωή σου μη τον κρατάς με το ζόρι. Κι όταν αρχίζεις να αμφιβάλλεις για τα αισθήματα του ακόμα κι αν δείχνει κάτι άλλο διώξτον από κοντά σου όσο πιο γρήγορα μπορείς.
Δείξε του το δρόμο προς την έξοδο και πήγαινε τον ως την εξώπορτα για να μη κοντοσταθεί στη διαδρομή για να συνεχίσει το παιχνίδι του κι άλλο.
Κι όταν κλείσει η πόρτα για κείνον που έφυγε μη την ανοίξεις ποτέ ξανά. Δεν είναι αλήθεια αυτό που λένε όταν χάσεις τον άλλο καταλαβαίνεις τι ήταν για σένα. Αν σε αγαπάει κάποιος το νιώθει και το δείχνει κάθε στιγμή και κάθε λεπτό. Δε χρειάζονται πειράματα για να το καταλάβει.