Κάποτε σου είπα πως θα φύγω, μα εσύ δε με πίστεψες.
Γράφει η Τάνια Αναγνώστου.
Κάποτε σου είπα πως θα φύγω, μα εσύ δε με πίστεψες. Είπες κρίση είναι θα περάσει, θα περάσει. Άφησες τις μέρες να κυλούν και εσύ κομπάρσος, απλά παρατηρούσες.
Τώρα με αναζητάς στον καπνό από το τσιγάρο σου, στο τραγούδι που μου αφιέρωσες όταν ήμασταν ερωτευμένοι.
Περιμένεις να ξεκλειδώσω την πόρτα και να φανώ, να σου χαρίσω το χαμόγελό μου.
Ξυπνάς και λείπω από δίπλα σου.
Δεν είμαι εκεί, δίπλα σου..
Στη θέση μου άφησα στιγμές, όνειρα, μυρωδιές και εικόνες να σου κρατούν συντροφιά.
Μόνο αυτά έμειναν να σου ακουμπούν την καρδιά με χέρια παγωμένα, γιατί η πραγματικότητα έγινε θρύψαλα, χίλια κομμάτια.
Φρόντισες πολύ καλά γι’ αυτό..
Ακόμα με περιμένεις, όμως δε θα φανώ.
Κάποτε πίστεψα στο απίστευτο και εσύ, έστω και άθελά σου μου έδωσες μία και τσακίστηκα στα δύο.
Ένιωσα πως προδώθηκα.
Από εδώ και πέρα αλλιώς θα πάει το έργο.
Θα σε ξεχάσω και θα με ξεχάσεις.
Θα προχωρήσω και θα προχωρήσεις.
Όλα όσα ζήσαμε θα μοιάζουν κάποτε με ψέμα, με μια ψευδαίσθηση..
Ίσως κιόλας να συναντηθούμε και να είμαστε δύο ξένοι.
Θα αγαπήσουμε και θα αγαπηθούμε και φτου και πάλι από την αρχή.
Γιατί έτσι είναι η ζωή. Από στιγμή σε στιγμή μπορεί να βρεθείς με χέρια άδεια και πληγωμένα.
Βαθιά μέσα μας το γνωρίζουμε καλά, ότι τίποτα δεν κρατάει για πάντα.
Αρνούμαστε όμως να το παραδεχτούμε.
Είναι ο φόβος που μας κυριεύει.
Η φθορά και ο εγωισμός παραμονεύουν σε κάθε στραβοτιμονιά.
Σε κάθε αρχή παραμονεύει και ένα τέλος.
Απλά υπήρξαμε κάποτε δύο άνθρωποι που μοιράστηκαν μια ιδέα και αποδειχτήκαμε και εμείς ανάξιοι της.
Δεν την τιμήσαμε όπως της αρμόζει.
Γι αυτό σου λέω προχώρα, επιτάχυνε βήμα και πήγαινε παρακάτω.
Μην περιμένεις να φανώ..