Γράφει η Τζένη Γιαννοπούλου
Όταν κάποιος σου ανοίγεται, όταν με σπασμένη φωνή σου λέει “Δεν αντέχω,” δεν σε κάλεσε να του πεις τη δική σου ιστορία. Δεν θέλει να ακούσει ότι “Άλλοι περνάνε χειρότερα” ή ότι “Αυτά δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτά που έχω ζήσει εγώ.” Σου ζητάει να τον ακούσεις. Να τον νιώσεις. Και εσύ; Βιάζεσαι να του πεις ότι ο πόνος του είναι μικρός, ανάξιος.
Μην το κάνεις. Σταμάτα. Ο πόνος δεν είναι διαγωνισμός. Δεν υπάρχουν μετάλλια για όποιον υποφέρει περισσότερο. Όταν συγκρίνεις, δεν προσφέρεις τίποτα. Κανείς δεν νιώθει καλύτερα με το “Υπάρχουν και χειρότερα.” Ίσα-ίσα, νιώθει ότι είναι μόνος. Ότι το δικό του φορτίο δεν αξίζει να το κουβαλήσει κανείς μαζί του.
Ξέρεις τι κάνεις όταν λες “Κι εγώ έχω περάσει τα ίδια, και χειρότερα”; Ακυρώνεις. Ακυρώνεις τη στιγμή του. Τη φωνή του. Τον πόνο του. Του λες, έμμεσα, “Σταμάτα να κλαις. Δεν έχεις δικαίωμα.” Και αυτό; Αυτό πονάει περισσότερο από ό,τι ήδη νιώθει.
Ο φίλος σου δεν χρειάζεται τη δική σου θλιβερή ιστορία. Δεν ζητάει να τον πείσεις ότι η ζωή σου είναι πιο δύσκολη. Ζητάει να σταθείς δίπλα του. Να τον ακούσεις χωρίς κριτική, χωρίς βιαστικές συγκρίσεις. Να του πεις “Σε νιώθω,” και να το εννοείς.
Δεν είναι αρένα. Δεν είναι μάχη ποιος υπέφερε περισσότερο. Κανείς δεν κερδίζει όταν οι πληγές γίνονται εργαλείο σύγκρισης. Άκουσέ τον. Άσε τον να μιλήσει. Μην του στερείς το δικαίωμα να νιώσει όπως νιώθει.
Γιατί η αλήθεια είναι μία: Η αγάπη και η κατανόηση δεν έχουν χώρο για “Εγώ”. Δεν χρειάζεται να είσαι πιο πάνω. Χρειάζεται να είσαι εκεί. Γιατί αυτό που ζητάει δεν είναι συμβουλή, δεν είναι διαγωνισμός. Είναι απλά να νιώσει ότι δεν είναι μόνος. Και αυτό είναι η μεγαλύτερη βοήθεια που μπορείς να δώσεις.