Γράφει η Ελένη Κασιμάτη
Έμαθα να μιλάω. Όχι για να γεμίζω τον αέρα με θόρυβο, αλλά για να γεμίζω την ψυχή με ζωή. Σου έδινα εικόνες, λέξεις, όνειρα, σχέδια. Κάθε μου κουβέντα ήταν ένα μικρό κομμάτι που έκοβα από μέσα μου και το ακουμπούσα στα χέρια σου. Σου μιλούσα για δρόμους που δεν περπατήσαμε, για ταξίδια που δεν ξεκινήσαμε ποτέ, για φόβους που δεν ήθελα να ζήσω μόνη. Κι εσύ; Σιωπή. Μόνο βλέμματα, μόνο ένα κενό που έμοιαζε με τοίχο.
Η σιωπή σου δεν ήταν ποτέ «ηρεμία». Ήταν άρνηση. Ήταν η απόσταση που έβαζες για να μην ακουμπήσεις τίποτα δικό μου. Έκανα το λάθος να νομίζω πως η αγάπη είναι αρκετή για να σπάσει τον τοίχο. Έδωσα λέξεις, έδωσα καρδιά, έδωσα χώρο. Κι εσύ απλά άφηνες τα πάντα να περνάνε μπροστά σου, άδεια, όπως άδειος είχες μείνει και εσύ.
Δεν θα το πω με πίκρα, γιατί δεν μου ταιριάζει η πίκρα. Θα το πω καθαρά, έχασες. Έχασες την ευκαιρία να ακούσεις την πιο όμορφη μελωδία, εκείνη που δεν γράφεται ποτέ σε χαρτί αλλά μόνο στην ψυχή. Έχασες τη στιγμή που οι λέξεις μετατρέπονται σε πράξεις και οι πράξεις σε αγάπη.
Κι εγώ; Έμαθα. Έμαθα πως η σιωπή μπορεί να είναι πιο ηχηρή από κάθε κραυγή. Έμαθα πως δεν πρέπει να μιλάς σε αυτιά που έχουν αποφασίσει να μην ακούσουν. Έμαθα πως η αγάπη χωρίς ανταπόκριση γίνεται σπατάλη.
Δεν θα ξοδέψω άλλες λέξεις εκεί που δεν υπάρχει χώρος. Δεν θα δώσω άλλη προσευχή σε κάποιον που δεν θέλει να σωθεί. Γιατί η φωνή μου δεν είναι για να χάνεται στο κενό. Είναι για να βρίσκει καρδιές που ξέρουν να ακούν.
