Γράφει η Ειρήνη Σταυρακάκη
Ζήτησα συγγνώμη από τον εαυτό μου που του φερόμουν τόσο σκληρά. Κάθε φορά κάτι άσχημο θα έμπαινε ανάμεσα σε μένα και σένα. Χρόνος για όλους, εκτός από μένα. Πάντα οι άλλοι κι απέναντι εγώ. Όλα στα γρήγορα. Όλα στα έτοιμα. Δεν υπήρχε ποτέ χρόνος για χάσιμο, ούτε στιγμή.
Κάθε φορά που με κοίταζα στον καθρέφτη, το είδωλο ήταν θαμπό. Βάλε ό,τι βρεις καθαρό στην απλώστρα, φόρα τα ίδια παπούτσια με χτες. Ποιος θα σε προσέξει; Σημασία έχει να είσαι εκεί στην ώρα σου, όπως και να ‘σαι. Ας έχεις αχτένιστα μαλλιά, μαύρους κύκλους κάτω απ’ τα μάτια, χέρια σκασμένα απ’ το κρύο και αταίριαστη μπλούζα με τζιν.
Ποιος θα σε προσέξει; Μετά τη δουλειά μην το ξεχάσεις! Έχεις να βγεις για καφέ με φίλους απ’ τα παλιά. Τι να φορέσεις; Πώς να φερθείς; Δεν έγινε κάτι, όπως είσαι και στο γραφείο, έτσι θα βγεις. Ποιος θα προσέξει τα ροζιασμένα σου χέρια, τα αχτένιστα μαλλιά σου ή το άρωμα σοκολάτας στα χείλη;
Και ξαφνικά φτάνοντας στο σημείο συνάντησης, συνειδητοποιείς τη διαφορετικότητά σου. Πόσο προσέχουν οι άλλοι τον εαυτό τους –εξωτερικά κι εσωτερικά- και πόσο λάθος του συμπεριφέρεσαι εσύ. Πόσο ατημέλητο είναι το σώμα σου, επειδή ατροφεί η ψυχή. Πόσο γρήγορα πέρασαν τα φοιτητικά χρόνια και τα χρόνια που ακολούθησαν άγγιξαν κάθε σημείο του σώματός σου. Βλέποντας παλιούς συμφοιτητές να έχουν ακόμη εκείνη τη σπίθα, την ενέργεια όπως και τότε. Εσύ; Μήπως ξέχασες κάτι; Μήπως κάτι σου ξέφυγε κι έμεινες πίσω;
Κι από κείνη τη στιγμή άλλαξαν όλα. Δε σου τάζω πολλά εαυτέ μου. Θα κάνω όμως ό,τι καλύτερο μπορώ. Θα σε κοιτάζω στα μάτια και θα σε σέβομαι. Δε θα σε ταΐζω σκουπίδια γιατί δε σου αξίζει. Δε θα σε αφήνω με μπλεγμένα μαλλιά, ούτε με μαύρους κύκλους κάτω απ’ τα μάτια. Θα σου φοράω ταιριαστό μπλουζάκι και τζιν. Θα σε πηγαίνω βόλτα στον ελεύθερο χρόνο και θα σου φοράω κραγιόν, για να φαίνεται ζωντανό και σπάνιο το χαμόγελό σου. Προσοχή εαυτέ μου δε θέλω να σε αφήσω ξανά ποτέ μόνο και κλεισμένο σε σκέψεις σκοτεινές, δε σου αξίζει…