Γράφει η Βίλλυ Ζ.
Τι πιο όμορφο, από μια Κυριακή μέσα στον ήλιο; Με θέα όλη την Αθήνα, μια ατέλειωτη πόλη ανοίγεται μπροστά σου. Σε κάθε της κομμάτι σχεδόν ανακαλύπτεις ότι ο χρόνος δεν έχει καμία σημασία, όταν το μέσα σου ζει. Κι ας είναι αδόμητη, σε κάθε μικρό χάος βλέπεις λίγο «ρετρό», λίγη παλιά ζωή από κείνη που είχες ξεχάσει.
Πόσο χάος τελικά χωράει στις ψυχές των ανθρώπων; Πόσο πολύ αγαπάς αυτή την πόλη… Δεν μπορείς καν να ξεχωρίσεις τον Παρθενώνα ή τον Λυκαβηττό. Τόσο ψηλά χρειάστηκε να πας για να δεις τη μεγάλη εικόνα.
Σκέψεις αμέτρητες; Όχι, για αλλαγή απλά απολαμβάνεις μια όμορφη συζήτηση με γέλιο και περιεχόμενο. Ένας αργός σερβιτόρος, που αρνείται να αλλάξει το τασάκι πεισματικά, μόνο χαμόγελο ζωγραφίζει στα χείλη σου. Χωρίς νεύρα, χωρίς γκρίνια. Και δεν πειράζει που δεν βρήκες να παρκάρεις! Αλήθεια δεν πειράζει! Το μόνο που έχει μείνει πια από τον δικό σου «ξεχασμένο» εαυτό, ο καφές σου, που τον πίνεις πάντα σκέτο.
Δε χρειάζονται σύνθετα πράγματα. Τελικά όλα είναι απλά και ήρεμα. Μα τόσο εύκολο ήταν; Ο ήλιος χτυπάει στα μάτια σου. Ένα μικρό παιχνίδι, που σε βοηθάει από παλιά να ρουφάς το φως, να το αποθηκεύεις κάπου μέσα σου, για να φωτίζεις τα σκοτάδια σου. Κι έτοιμος για μια νέα εβδομάδα. Τόσο απλό ήταν…
