Γράφει η Μαρία Σταματοπούλου
Μια αγκαλιά γυμνή η αγκαλιά σου. Ένα χαμόγελο, θάνατος στην όψη. Επιτέλους έφυγες μακριά μου, φώναζα και ήθελα να απελευθερωθώ. Σε νέες ευκαιρίες να εστιάσω, σε νέα ξεκινήματα να χαρώ.
Η ψυχή μου, έκλεισε πίσω της την πόρτα του χωρισμού.
Δεν ήθελε άλλο, δεν χαμογελούσε πλέον και ζητούσε να αναγεννηθεί. Μείναμε μόνες μας, ψυχή μου, εσύ και εγώ. Ένα κενό γέμισε το κορμί και η ανατριχίλα ήταν αισθητή. Ξεκίνησαν να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια, το κενό πλημμύρισε το δωμάτιο.
Οι εμπειρίες μου μαζί σου θα γίνουν κάποτε αναμνήσεις καλές. Οι εμπειρίες μου μαζί σου προς το παρόν με κατατρώνε, κρύφτηκα σαν μικρό παιδί στην γωνιά του δωματίου. Σαν χαμένο παιδί η θλίψη μου κουλουριάστηκε μαζί μου. Όλα ήταν μία εμπειρία, λέω και ξανά λέω στον εαυτό μου.
Συνειδητοποιώ πως τα τραύματα που άφησες στο πέρασμά σου, είναι πολλά. Μα και τα όνειρα που κρατώ βαθιά στην καρδιά μου, είναι ακόμη περισσότερα. Το χαμόγελό μου ήταν η θεραπεία μου και εσύ το κατέταξες στην τιμωρία.
Θυμός με είχε κατακλύσει, μου πήρες μακριά χαμόγελο, χαρά. Με ήθελες πάντα με το κεφάλι χαμηλά.
Στα όρια που έχτισες σε εμένα, εσύ τώρα εκεί χτυπάς το κεφάλι σου και πονάς.
Η γυναίκα δεν είναι θύμα κανενός.
Σεβασμός και αγάπη αν υπάρχουν ανάμεσα στο ζευγάρι, όλα γίνονται ένας τεράστιος παιχνιδότοπος που παίζουν ανέμελα ο έρωτας, η χαρά.
Έφυγες μακριά μου και δεν θέλω να έρθεις ξανά.
Αξίζω τα καλύτερα και αξίζω να τα έχω ξανά στην ζωή.