Και ήρθε η στιγμή να το ζήσουμε..

Γράφουν η Κωνσταντίνα Σταμπουλή & ο Τριστάνος

Όσο αυτή προσπαθούσε να τον ξεχάσει, τόσο αυτός εμφανιζόταν στα όνειρά της και της θύμιζε, πως κανείς δεν θα είναι σαν αυτόν.

Αυτή τον έκρυβε με κάθε τρόπο που μπορούσε μέσα της, διότι ήξερε ότι δεν θα ήταν ποτέ δικός της! Και το πιο δύσκολο ήταν, να τον ερωτεύεται πιο πολύ – μέρα με τη μέρα – χωρίς να θέλει να το παραδεχτεί.

Και τα χρόνια περνούσαν. Οι ζωές τους παίρναν απόσταση, όμως καμία απόσταση δεν ήταν ικανή να σπάσει αυτή την αόρατη κλωστή που τους έδενε από την πρώτη στιγμή.

Ήταν άραγε ένα λάθος τάιμινγκ ή γνωριμία τους; Ή μία υπόσχεση ότι “θα βρεθούμε αργότερα”; Μια δοκιμασία και για τους δύο, που θα τους ένωνε για πάντα μετά από χρόνια;

«Δεν ξέρω πώς έφτασα στην πόρτα σου, ούτε πώς μπήκα μέσα ξέρω. Περπάτησα το διάδρομο, έστριψα αριστερά και σε βρήκα.

Είχες κουρνιάσει στην άκρη του κρεβατιού, σαν ευάλωτο βρέφος. Οι βαριές σου ανάσες πρόδιδαν την επιστροφή σου από ένα μεγάλο ταξίδι, που μοιάζει να κράτησε αιώνες!

Αθόρυβα – σα να ήμουν αόρατη – ήρθα κοντά σου και είδα την καρδιά σου πελώρια, μετά βίας να χτυπά, έτοιμη να σου σκίσει τα στήθη. Έχωσα βαθιά μέσα της τα χέρια μου και τα είδα να γίνονται κατακόκκινα, σαν εκείνη. Έπιασα όλο το περίσσιο της βάρος και το τράβηξα προσεκτικά προς τα έξω. Την είδα ν’ αλλάζει χρώμα, η ανάσα σου ήταν ξανά απαλή.

Βγήκα στο μπαλκόνι και βάζοντας όλη μου τη δύναμη, πέταξα αυτή τη μάζα μακριά. Ύστερα, ξάπλωσα δίπλα σου και σε αγκάλιασα όσο πιο σφιχτά μπορούσα. Σου ψιθύρισα τον σκοπό μου, που ήταν αγνός και καθαρός από οτιδήποτε».

«Σαν όνειρο φαντάστηκα την παρουσία σου. Από εκείνα που είναι τόσο έντονα και θαρρείς ότι πραγματικά συμβαίνουν.

Μα ναι, μπορούσα να ξεχωρίσω το άρωμά σου, που πάντα είχε μείνει ποτισμένο μέσα μου, να μου θυμίζει τη μορφή σου. Λένε πως οι εικόνες ξεθωριάζουν, μα η μυρωδιά μπορεί από μόνη της να σε γυρίσει πολύ πίσω και ολοζώντανες να γίνουν οι σκιές.

Η καρδιά μου πληγωμένη, τσακισμένη από τις δίνες, που η ζωή άδικα την είχε φορτώσει – λες και όλοι οι αέρηδες την εκδικούνταν – είχε αρχίσει να παραιτείται. Δεν είχε την ίδια όρεξη να δουλέψει όπως πριν. Κουράστηκε πια να χτυπάει χωρίς σκοπό, αφού έμεινε μόνη της να προσπαθεί να ανταπεξέλθει στα απανωτά ναυάγια.

See Also

Μα ένιωσα το ζεστό σου χέρι, να της δίνει ξανά παλμούς. Μια γαλήνη ανακατεμένη με ανάσες, που έγιναν το απαραίτητο οξυγόνο που χρειαζόμουν. Ένιωσα το αγαπημένο σώμα σου, πομπός φροντίδας, να κουμπώνει αβίαστα στο δικό μου και όλες οι αισθήσεις να χαλαρώνουν.

Το βάρος μέσα μου μειώθηκε, σαν δυο να το σηκώνουν και να έγινε ευκολότερο τώρα και άρχισα να μην φοβάμαι πια. Δεν ήθελα να ξυπνήσω, ήθελα εκεί να μείνουμε αγκαλιά και ποτέ ξανά να μην σε αφήσω να φύγεις από κοντά μου!»

«Ένα όνειρο ήτανε. Μα ποιος είπε ότι τα όνειρα δεν βγαίνουν αληθινά;

Εγώ πάντως, θα’ μαι κοντά σου κι αυτό το βράδυ…Θα έρχομαι κάθε βράδυ, μέχρι το όνειρο να γίνει, αυτό που η μοίρα, μας είχε ετοιμάσει από την αρχή.»

Και ήρθε η στιγμή να το ζήσουμε.

© 2023 Love&More. All Rights Reserved. Design by JG Web Design

Contact us

Scroll To Top