Dance me to the end of love! Εις το επανιδείν Leonard Cohen..
Υπάρχει μια ρωγμή σε όλα, από εκεί που μπαίνει πάντα το φως
Μια γυναίκα παρατηρεί το σώμα της με ανησυχία, σαν να είναι ένας αναξιόπιστος σύμμαχος στη μάχη για την αγάπη.
Θέλω να διαβάζω ποιήματα γεμάτα με τρόμο και να ακούω μουσική που να αλλάζει νόμους και ζωές.
Εκείνη τη χρονιά του 1960, ο Λέοναρντ Κοέν διένυε μια περίοδο κατάθλιψης και ασφυκτιούσε κάτω από τον συννεφιασμένο ουρανό του Λονδίνου, όπου είχε πάει να ζήσει για ένα διάστημα. Ώσπου ένα βροχερό πρωί, καθώς περπατούσε, το μάτι του έπεσε στην Τράπεζα της Ελλάδος, στο Ιστ Εντ.
Δεν ήταν κακή ιδέα, σκέφτηκε: ένα ταξίδι στην Ελλάδα ίσως τον βοηθούσε. Χρειαζόταν απεγνωσμένα έμπνευση και δημιουργία, απομόνωση, ελπίδα και ζεστασιά. «Σε μία μέρα», διηγείται η βιογράφος του, Ίρα Νέιντελ, «βρισκόταν στην Αθήνα». Έτρεξε πρώτα στην Ακρόπολη κι αμέσως μετά έβαλε πλώρη για την Ύδρα. Το νησί δεν είχε γίνει ακόμα «το Κάπρι της Ελλάδας».
Στο λιμάνι υπήρχαν μόνο τέσσερα καφενεία κι ένα μπαρ, η ηλεκτροδότηση ήταν περιορισμένη και το πολύωρο ταξίδι από τον Πειραιά γινόταν με ατμόπλοιο. Εκτός από τους περαστικούς του τζετ σετ, η Ύδρα του ’60 ήταν στέκι πολλών ξένων διανοούμενων. Ως διχασμένο εβραιόπουλο, ο Κοέν πίστευε πάντα στη μοίρα, στο Θεό, αλλά και στην τύχη. Χρειαζόταν απεγνωσμένα έμπνευση και δημιουργία, απομόνωση, ελπίδα και ζεστασιά. Όταν είδε το δικό του ατμόπλοιο να τον περιμένει στον Πειραιά, ήξερε πως είχε κάνει τη σωστή επιλογή.
Η Ύδρα ήταν ίσως ένα από τα πρώτα κοσμοπολίτικα λιμάνια της ρημαγμένης (από τους παγκόσμιους, τους εμφύλιους, τις φτώχειες και τις δυστυχίες του 20ού αιώνα) Ελλάδας. Προτού ανέβει η Λιζ Τέιλορ στο γαϊδουράκι της Μυκόνου, είχε φτάσει στην Ύδρα η Σοφία Λόρεν, όπου το 1957 γυρίστηκε το μεγάλο σουξέ της εποχής «Το παιδί και το δελφίνι» – και όλοι ξαφνικά τραγουδούσαν «Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη;». Η Μπαρντό άφησε το Σεν Τροπέ και πετάχτηκε στην Ύδρα για να διαπιστώσει τι είναι αυτό.
Η Τζάκι Κένεντι ακολούθησε. Όταν έφτασαν στο νησί η Μελίνα Μερκούρη με τον Άντονι Πέρκινς και τον Ζιλ Ντασέν, για τα γυρίσματα της «Φαίδρας», το 1962, η Ύδρα ήταν πλέον ένας μυθικός προορισμός. Ξαφνικά το ατμόπλοιο απ’ τον Πειραιά κουβαλούσε τόσους περίεργους που οι ντόπιοι δεν ήξεραν πού να τους βάλουν. Μια γωνιά -λουσμένη στο ελληνικό φως- του σπιτιού του στην Ύδρα. Φωτο: Κώστας Πηγαδάς Ο Κοέν, που είχε φτάσει δύο χρόνια πριν γυριστεί η «Φαίδρα», είχε αρχίσει να εκνευρίζεται με όλο αυτό το πανηγύρι. «Έπρεπε να απαγορεύουν στους διάσημους να έρχονται σε τόσο γαλήνια λιμάνια», παραπονέθηκε μεταξύ σοβαρού κι αστείου σ’ ένα φίλο του.
Πριν αποχωρήσει, διάσημος πλέον, από το νησί, οκτώ χρόνια αργότερα, έζησε εκεί τα καλύτερά του χρόνια. Ερωτεύτηκε τη Μαριάν Ίλεν, ένα εκθαμβωτικά σέξι πρώην μοντέλο, και συνδέθηκε μαζί της για ένα μεγάλο διάστημα. Χάρη στη Μάριαν και την Ύδρα η ψυχή του ευφράνθηκε όσο ποτέ πριν στις νεφοσκεπείς μητροπόλεις του Βορρά που είχε κατά καιρούς ζήσει. Οι μέρες πλάι στο Αιγαίο Εκτός από τους περαστικούς του τζετ σετ, η Ύδρα του ’60 ήταν στέκι πολλών ξένων διανοούμενων. Όπως περιγράφει η Νέιντελ «στην Ύδρα υπήρχε ήδη μια μικρή κοινότητα ξένων συγγραφέων και καλλιτεχνών. Κύριες φυσιογνωμίες ήταν οι Αυστραλοί συγγραφείς Τζορτζ Τζόνσον και Τσάρμιαν Κλιφτ, ο Άγγλος ζωγράφος Άντονι Κίνγκσμιλ και ο Νορβηγός συγγραφέας Άξελ Τζένσεν». Ο Άλεν Γκίνσμπεργκ έμεινε κάμποσα βράδια μαζί με τον Κοέν. Στέκι τους ήταν το αυτοσχέδιο μπαρ «του Κάτσικα», ένα μπακάλικο στο λιμάνι όπου «ανάμεσα σε σακιά με αλεύρι, δοχεία με ελιές και κρεμμύδια σε πλεξούδες, ανθούσε κάτι που έμοιαζε με καλλιτεχνική λέσχη».
Εκεί ο Κοέν και η παρέα του συναντιούνταν συνήθως μετά από μια μέρα αποδοτικής συγγραφικής δουλειάς, για να απαγγείλουν ποίηση ο ένας στον άλλον. Κατά την οκταετία που έμεινε στην Ύδρα, έγραψε δύο βιβλία με ποιήματα –το γνωστό «Flowers for Hitler» ήταν ένα από αυτά– και δύο μυθιστορήματα, τα «Favorite Game» και «Beautiful Losers». Όπως περιέγραψε ο ίδιος αργότερα, «το Beautiful Losers γράφτηκε έξω, σε ένα τραπέζι που είχε στηθεί ανάμεσα σε βράχια, τσουκνίδες και μαργαρίτες, πίσω από το σπίτι μου στην Ύδρα…Ήταν ένα καυτό καλοκαίρι. Ποτέ δεν φορούσα καπέλο. Αυτό που έχετε στα χέρια σας είναι περισσότερο ένα ντελίριο ηλίασης παρά βιβλίο». «Το Beautiful Losers γράφτηκε έξω, σε ένα τραπέζι που είχε στηθεί ανάμεσα σε βράχια, τσουκνίδες και μαργαρίτες, πίσω από το σπίτι μου στην Ύδρα…
Ήταν ένα καυτό καλοκαίρι. Ποτέ δεν φορούσα καπέλο. Αυτό που έχετε στα χέρια σας είναι περισσότερο ένα ντελίριο ηλίασης παρά βιβλίο» (Λέοναρντ Κοέν). Διάσημα τραγούδια-ποιήματα που έκαναν διάσημο αργότερα τον Κοέν, όπως τα «Bird on the Wire» και «I’m Your Man», ήταν το απόσταγμα μιας καριέρας και μιας εν εξελίξει πορείας πειραματισμού που ξεκίνησαν στην Ύδρα. Ίσως δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς πως στην Ύδρα βρήκε τον εαυτό του.
Στην αρχή φιλοξενήθηκε από φίλους του, συγγραφείς, προτού νοικιάσει ένα σπίτι για το οποίο πλήρωνε τότε 14 δολάρια το μήνα. Το φθινόπωρο του 1960, λίγες μέρες αφότου είχε κλείσει τα 26, αγόρασε το σπίτι του στην Ύδρα, το πρώτο σπίτι που αγόραζε ποτέ. Τού κόστισε 1.500 δολάρια. Το τριώροφο παλιό οίκημα με τα πέντε δωμάτια και την άπλετη θέα ήταν ετοιμόρροπο και ο Κοέν χρειάστηκε αρκετά χρόνια –και αρκετό χρήμα– για να το φέρει στα μέτρα του. Όπως περιέγραψε κάποτε ο ίδιος, «Ζω σε ένα λόφο. Η ζωή εδώ κυλάει με τον ίδιο ρυθμό για εκατοντάδες χρόνια. Όλη μέρα ακούς τις φωνές των υπαίθριων πωλητών, μια υπέροχη μουσική παράσταση…». Ο Κοέν αγόρασε το σπίτι της Ύδρας το φθινόπωρο του 1960 προς 1500 δολάρια. Ήταν το πρώτο σπίτι που αγόρασε ποτέ.
Για κάποιον που δεν μιλάει ελληνικά ήταν δύσκολο να ζει στην Ελλάδα του ’60. Οι Έλληνες όμως τότε ήταν ακόμα μια αληθινά φιλόξενη ράτσα. Όσα δεν κατάφερναν να πουν με τα λόγια, τα έδειχναν με πράξεις και κεράσματα. Ο Κοέν, σημειώνει η βιογράφος του, «κατάλαβε ότι είχε γίνει αποδεκτός από την κοινότητα όταν άρχισε να τον επισκέπτεται τακτικά ο σκουπιδιάρης με το γαϊδούρι του. “Είναι λες και μου απένειμαν το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής”, είπε».
Το όνειρο τέλειωσε όταν στη χώρα της δημοκρατίας προέκυψε κάτι ανήκουστο (η δικτατορία) και στον Κοέν κάτι απρόσμενο (η επιτυχία). Οι υποχρεώσεις τον καλούσαν, η σχέση με την Μαριάν είχε πια αλλάξει, ο κόσμος πέρα από την Ύδρα άρχισε να του γαργαλάει την περιέργεια. Έτσι, άφησε τη δεύτερη πατρίδα του για να αναζητήσει μια τρίτη, που τη βρήκε –όχι για πάρα πολύ- στην Αβάνα της δεκαετίας του ’70. Σήμερα είναι πίσω στο Μόντρεαλ και ο κόσμος δεν του προκαλεί πια την περιέργεια… Ο Κοέν με τη μούσα του στα χρόνια της Ύδρας, Μαριάν Ίλεν, σε μια ταβέρνα του νησιού.
Η Ύδρα ήταν για τον Λέοναρντ Κοέν ό,τι και το νησί της Καλυψώς για τον Οδυσσέα. Του έδωσε αγάπη, ζωή και πίστη στο «ταξίδι» του. Εκεί, πέρα από την έμπνευση και τον έρωτα, συνάντησε, αναγνώρισε και τίμησε και κάτι άλλο: τον δημιουργό του. Εκεί, ένα πρωί, αγγιγμένος γερά από την έμπνευση, έγραψε τους στίχους που ακολουθούν: «Κανείς δεν μοιάζει με τον πατέρα μου/εκτός από μένα./Σε όλο τον κόσμο μόνο εγώ/φοράω το πρόσωπό του./Και να ’μαι τώρα σε μέρη όπου εκείνος δεν θα ταξίδευε ποτέ/ανάμεσα σε ανθρώπους/που νομίζουν ότι είμαι εγώ»