Κάνε τις αναμνήσεις σου λόγο για να χαμογελάς..
Γράφει η Ζωή Διαμαντοπούλου
“Το μυστικό της αιώνιας νεότητας βρίσκεται στην ικανότητα να ξεχάσεις. Μας γερνάνε οι αναμνήσεις”.
Μια φράση του διάσημου γερμανού μυθιστοριογράφου Έριχ Μαρία Ρεμάρκ. Ήταν εκείνος που επιστρατεύθηκε σε ηλικία μόλις 18 ετών κατά τον Ά Παγκόσμιο πόλεμο και πολέμησε στο Δυτικό μέτωπο. Γνώρισε κακουχίες και είδε με τα μάτια του τη σκληρή πραγματικότητα του πολέμου.
Την παραπάνω φράση την έκανα εικόνα στο μυαλό και έπειτα την άφησα να ταξιδέψει μαζί με όλα όσα εκείνα, κουβαλάει ο ανθρώπινος νους. Αφού μελέτησα την φιγούρα αυτού του ανθρώπου συνειδητοποίησα τι είχαν να πουν οι λέξεις του. Τις μετέφερα στον δικό μου κόσμο μήπως και κατάφερναν να φανούν λιγότερο απόλυτες.
«Να ξεχάσεις» «Μας γερνάνε οι αναμνήσεις»
Αλήθεια ξεχνάει το μυαλό; Κι αν ναι, τι επιλέγει να ξεχάσει και τι το κάνει να θυμάται τα πολύ συγκεκριμένα, εκείνα που αναπαράγει με την πρώτη ευκαιρία; Γιατί να πρέπει να ξεχάσει; Ποιος ορίζει την λήθη; Υπάρχει κάτι που σου λέει στοπ και τέλος;
Είναι αλήθεια πως πάντα θα γυρίζεις εκεί; Σ’ εκείνο που άφησες να φύγει ή δεν πρόλαβες να εκτιμήσεις; Ή θα γυρίζεις σ’ εκείνους που τελικά δεν προσπάθησαν τόσο για εσένα;
Θαρρείς πως η ζωή μοιάζει με ένα τεράστιο μπαλόνι. Ξέρεις από εκείνα τα παχιά, τα φουσκωμένα στο τέρμα. Σ’ εκείνα που αν βάλεις λίγο παραπάνω οξυγόνο νομίζεις πως υπάρχει χώρος. Θα γίνει πιο όμορφο, πιο στρογγυλό. Θα το ομορφύνεις λες. Ξεχνάς ότι μπορεί με ένα ακόμη φύσημα να σκάσει. Ξεχνάς πως το να μένεις εκεί, στο ίδιο σκαλί μη κάνοντας βήμα και περιμένοντας, είναι κάτι για το οποίο θα πάρεις επιβράβευση. Από ποιόν και για ποιο λόγο; Ποιος θα σου πει ευχαριστώ για το περίμενε;
Να προχωράς. Να προχωράμε. Έχουμε κάθε λόγο να ζούμε με αναμνήσεις μα έχουμε και κάθε λόγο να τις διαγράφουμε. Τι; Αναρωτιέσαι αν μπορείς να ξεχάσεις; Οι άνθρωποι είμαστε περίεργα πλάσματα. Γινόμαστε ανίκητοι και σκληροί. Εγωκεντρικοί και κάποιες φορές απαθείς. Γουστάρουμε να διαγράφουμε, να ξεχνάμε. Να διώχνουμε ανθρώπους.
Ίσως για κάποιους αυτό να γίνεται εύκολα, εντελώς μηχανικά. Άλλοι πάλι χρειάζονται νεύρα και δύναμη για να το κάνουν. Είναι το λεγόμενο ξεσκαρτάρισμα. Αχρείαστοι λογαριασμοί που δεν χρειάστηκε στην τελική ποτέ να πληρωθούν. Κάποιοι τους άφησαν έτσι γιατί κανείς από τους δυο δεν θέλησε να ψάξει για το αντίτιμο.
“Μας γερνάνε οι αναμνήσεις;”
Μας γερνάνε, ναι. Αλλά σίγουρα μας αλλάζουν. Μα μ’ έναν τρόπο περίεργο, γλυκό, αλλιώτικο. Τις αναμνήσεις όταν τις ξέρουμε, τις έχουμε ζήσει, τις πονέσαμε γιατί πόνεσαν κι αυτές μαζί μας, έχουν γίνει κομμάτι μας. Παίρνουν μια θέση στην άκρη της ζωής μας. Σημαντική ή ασήμαντη μικρή σημασία έχει. Κάτι τέτοιες αναμνήσεις αρνούνται να φύγουν, γιατί τότε που ήρθαν σου έκαναν ένα καλό. Σε μεγάλωσαν, σε “ψήλωσαν εκ βάθους”, σε ομόρφυναν και εν τέλει σε άλλαξαν. Αναμνήσεις ικέτισσες, που επιλέγουμε να τις ζούμε μέσα μας, για να μας θυμίζουν το ποιοί ήμασταν και ποιοί είμαστε στο σήμερα.
Να ξεχνάμε όσα δεν μας αγάπησαν και όσα δεν πόνεσαν για εμάς, όπως θα πονούσαμε εμείς γι’ αυτά.
Να ξεχνάμε όχι από εγωισμό μα από υπερηφάνεια.
Να ξεχνάμε γιατί τελικά το να ξεχνάς είναι πιο ανώδυνο από το να δίνεσαι και να δίνεις ξανά κι ξανά.
Να ξεχνάμε και να προχωράμε.
Έτσι δεν σου ‘μαθαν εκείνοι οι άνθρωποι; Οι κάπως αμίλητοι, οι σιωπηλοί σου έδειξαν πως το να ζεις με αναμνήσεις που ποτέ δεν σ’ αγκάλιασαν ίσως μόνο κακό μπορούν να σου κάνουν.
Γιατί να θυμάσαι τα άσχημα; Και πως μπορείς να ξεχνάς τα όμορφα;
Το ξέρεις ότι μέσα από τα όμορφα, έζησες αυτό που αξίζει να λέγεται ζωή. Και γι ‘αυτό έρχονται οι θύμησες να γίνουν μέρος του μυαλού σου. Να πάρουν τη θέση που τους πρέπει. Να μείνουν, να κρατηθούν και να σου υπενθυμίζουν κάθε φορά εκείνη την αναδρομή στο παρελθόν.
Κάθε φορά να θυμάσαι, και έπειτα πάλι να ξεχνάς.
Γιατί έτσι πάει.
Κι αν μας γερνάνε οι αναμνήσεις, να μας γερνάνε με χαμόγελα και μαθήματα ζωής.