Θα συνεχίσεις να είσαι ο σωστός άνθρωπος στο λάθος τόπο, τη λάθος στιγμή;

May 5, 2019
3 Mins Read
35 Views

Γράφει η Ιωάννα Ντρε

Εγώ επαρχία, εσύ Αθήνα. Μέσω κοινών φίλων γνωριστήκαμε Αθήνα. Ήσουν τόσο εκδηλωτικός κι αυθόρμητος που με έβαλες στο τρυπάκι να σε δω με άλλο μάτι παρόλο που δε μου άρεσες και τόσο. Μιλήσαμε λίγο και όμως με έκανες να νιώθω λες και σε ξέρω καιρό. Πέρασε η ώρα και έπρεπε να φύγω.

Μου πρότεινες να ξαναβρεθούμε. Να κατέβαινες επαρχία ένα τριήμερο να γνωριστούμε καλύτερα. Λαχταρούσα να σε ξαναδώ, να το ζήσω αυτό μαζί σου και ας μη βγει πουθενά, έτσι είχαμε πει. Το πες και το κανες τελικά. Ήρθες και εκείνες οι τρεις μέρες ήταν λες και τα είχαμε. Δέθηκα με σένα όπως και συ από ότι μου είπες.

Περάσαμε πολύ όμορφα μαζί. Έφτασε η ώρα όμως για να φύγεις κι εσύ. Δε μπόρεσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Μου πες ότι δε θέλεις να με βλέπεις έτσι, ότι θες να με θυμάσαι χαμογελαστή όπως με γνώρισες. Δεν ξέραμε ποια θα είναι η συνέχεια. Γύρισες πίσω και μου έλειπες και σου έλειπα.

Ανέβηκα αυτή τη φορά εγώ στα μέρη σου για μια μέρα. Πέρασα ξανά ωραία μαζί σου και συζητήσαμε τι θα μπορούσε να γίνει για να είμαστε μαζί. Μου πρότεινες να έρθω να ζήσω μαζί σου. Μόνο αυτή η λύση υπήρχε άλλωστε στην περίπτωσή μας αν θέλαμε να τα έχουμε. Ήταν νωρίς για κάτι τέτοιο φυσικά. Το αφήσαμε λοιπόν στην τύχη και ζούσαμε το παρόν όποτε μας δινόταν η ευκαιρία να είμαστε κοντά και το πληρώναμε άσχημα κάθε φορά που ένας από τους δυο έπρεπε να φεύγει.

Μια μέρα μου είπες ότι πρέπει να σταματήσουμε εδώ γιατί είσαι με δεμένα τα χέρια και δε μπορείς να με διεκδικήσεις και να με έχεις όπως θα ήθελες.  Ο σωστός άνθρωπος στο λάθος τόπο, τη λάθος στιγμή… Δε μπορούσαμε ή δε θέλαμε να το παλέψουμε άλλο και το αφήσαμε. Καλύτερα τώρα παρά αργότερα μου είπες. Όσο θα περνάει ο καιρός θα πονάμε όλο και περισσότερο.

Πέρασε ένας χρόνος και δεν είχαμε καμία επαφή πέρα από ευχές σε γιορτές στέλναμε. Εγώ ήρθα να μείνω Αθήνα, βρήκα δουλειά και στην πορεία τα έφτιαξα με κάποιον που γνώρισα στη δουλειά.

Σε συναντάω τυχαία από το πουθενά ένα πρωινό που πήγαινα στο γραφείο. Παγώσαμε και χωρίς να πούμε λέξη αγκαλιαστήκαμε. Άρχισες να με φιλάς με πάθος. Δε σε ένοιαζε ο κόσμος που περνούσε, δε σε ένοιαζε τίποτα. Σε σταμάτησα όμως δεν έπρεπε να παρασυρθώ.
Πρέπει να φύγω σου είπα αλλά εσύ ήθελες να μιλήσουμε. Απάντησα γενικά και αόριστα για να σε αποφύγω. Έφυγα. Με έπαιρνες τηλέφωνα και επέμενες να βρεθούμε.

Δεν ήθελα να δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα με τη σχέση μου και δέχτηκα για μια τελευταία φορά να σε ξαναδώ. Σου είπα πώς έχουν τα πράγματα και μου είπες και συ. Δε χρειάζονται πλέον εξηγήσεις. Αν δε με άφηνες να φύγω θα ήμουν δική σου. Τώρα ανήκω αλλού και δεν είναι σωστό να τον παρατήσω για κάποιον που δεν τόλμησε να πολεμήσει για κάτι που ήθελες. Δε σε κατηγορώ και δε ξέρω πως θα ήταν τα πράγματα αν γινόντουσαν όπως τα θέλαμε όμως είναι αργά πια.

Πληγώθηκες με τα λόγια μου και τα βαλες με τον εαυτό σου. Θα σε περιμένω. “Κάποια μέρα θα γίνεις δική μου” σε άκουσα να μου λες ενώ απομακρυνόμουν. Αυτή τη φορά πλήρωσες το τίμημα με την απουσία μου. Πίστευες απλά και ζούσες με την ελπίδα πως μια μέρα θα ‘μαστε μαζί και δεν έκανες σοβαρή σχέση με καμία.

Τέσσερα χρόνια μετά χώρισα και κάτι περιστασιακό που είχες το άφησες για να ζήσεις μαζί μου επιτέλους αυτό που ήθελες από τότε απλά δεν ήξερες πώς να το χειριστείς.  Ό,τι έγινε – έγινε. Τώρα είμαι εδώ για σένα. Εκμεταλλεύσου το.

Exit mobile version