Δε γερνάει, όποιος ακόμα ονειρεύεται

Γράφει η Περσεφόνη Χρυσαφίδου.

Το ακούς συχνά γύρω σου, ίσως να τό’χεις πει κι εσύ. Δεν έχει καμία σημασία η ηλικία σου, οι ρυτίδες στα μάτια και στο πρόσωπο, ούτε καν οι άσπρες τρίχες που κοιτάζεις με απογοήτευση κάθε τόσο στον καθρέφτη. “Γεράσαμε”. Μία λέξη, χίλια κρυμμένα νοήματα, εκείνα που νομίζεις πως δεν πρόλαβες, τα “θέλω” που έκανες “πρέπει”.

Κοιτάζεις εκείνους που λένε πως γέρασαν και συμφωνείς μαζί τους. Συμπάσχεις στον πόνο τους και αναγνωρίζεις την παραίτησή τους κι ας είναι νέοι άνθρωποι. Και άξαφνα, βλέπεις ανθρώπους, που το σώμα τους δέχεται τη φθορά που προξενεί ο χρόνος, αλλά αρνούνται να κάνουν το ίδιο με την ψυχή τους. Γιατί η ψυχή έχει δύναμη και είναι η μόνη που μπορεί να αντισταθεί. Η ψυχή είναι αυτή που επαναστατεί και αγνοεί τα έτη που προστίθενται πάνω της.

Δε γέρασες εσύ, λοιπόν. Η ψυχή σου είναι αυτή που αντιστάθηκε σε ό,τι την γέμιζε με χαρά. Ποιος άνθρωπος γέρασε, όταν γέμισε τη ζωή του με στοιχειώδη αγαθά, όπως αγάπη, καλοσύνη και ευγένεια; Ποιος άνθρωπος αισθάνθηκε γερασμένος, όταν δεν αφέθηκε μόνος στη μιζέρια του, αλλά προσκάλεσε στη ζωή του κι άλλους ανθρώπους, τους έκανε στήριγμα, τους αποκάλεσε φίλους και μοιράστηκε μαζί τους στιγμές ευτυχίας, δάκρυα και ενθουσιασμούς;

Κανένας άνθρωπος δε γερνάει, όταν κάθε πρωί ξυπνά έχοντας την υγεία του, όταν έχει την τύχη να ασχολείται με τα μικροπροβλήματα των παιδιών του, όταν ξέρει πως το νόημα που οι άλλοι αναζητούν εδώ κι εκεί, αυτός το έχει υφάνει με επιμέλεια και αγάπη μέσα σε τοίχους που λέγονται “σπίτι μου”. Κανείς δε γερνάει, όταν συνεχίζει να ονειρεύεται, όταν πιστεύει στον εαυτό του, όταν συνεχίζει την προσπάθεια να γίνει η καλύτερη εκδοχή του εαυτού του και όταν κάνει το μεράκι επάγγελμα. Κανείς δε γερνάει, όταν δίνει χωρίς να περιμένει να πάρει, όταν δε ζει με αυταπάτες και όταν δεν απαιτεί από τον εαυτό του την τελειότητα.

Γερνάει εκείνος που προνόησε περισσότερο για το “έξω” του και λιγότερο για το “μέσα”. Γερνάει εκείνος που φοβήθηκε, που βολεύτηκε και κάθε βράδυ ξαπλώνει και τρέχει να παλέψει σε όνειρα με τους δαίμονές του. Γερνάει εκείνος που δε γνώρισε τον έρωτα και έπεισε τον εαυτό του πως αυτά είναι για αδύναμους ρομαντικούς. Γερνάει όποιος βρίσκει τους ανθρώπους τοξικούς και αυτοεξορίζεται σε μία μοναξιά δίχως τέλος.

Δε γέρασες εσύ, όχι. Η ψυχή σου γέρασε από κουραστικές σχέσεις και μία ρουτινιασμένη ζωή. Η ψυχή σου, που βαρέθηκε τα σφραγισμένα στόματα και τους λυγμούς που κάνεις κόμπους, έτοιμους να σου σταθούν στο λαιμό. Κι εκείνες οι κρίσεις πανικού, που προσπαθούν να αποδεσμεύσουν το σώμα σου από το συνεχόμενο και μάταιο άγχος.

Αν θες να πεις, λοιπόν, πως γέρασες, αγνόησε τελείως τα σημάδια στο σώμα και το πρόσωπο και αναλογίσου πόσες φορές ένιωσες την ανάγκη να κοιταχτείς σ’έναν καθρέφτη, όταν ένιωθες το “είναι” σου χορτάτο από ευτυχία. Η απάντηση δική σου.

Exit mobile version