Πάλι με έπιασα ν’αναρωτιέμαι που πάνε τα όνειρα όταν χάνονται
Γράφει η Άντζελα Καμπέρου
Πάλι έπιασα τον εαυτό μου να σκέφτεται τι θα μπορούσα να αλλάξω πάνω μου για να είμαι πιο αρεστή στον κόσμο.
Μερικές επιδιορθώσεις εδώ, κάτι ανακατατάξεις από εκεί, μερικά μπαλώματα, λίγα στολίδια, λίγη βαφή και έτοιμη! Δεν με αναγνωρίζω. Άλλος άνθρωπος βρίσκεται μπροστά μου. Κάποιος που δεν ταιριάζει στα πρότυπά μου, ταιριάζει όμως σε όλων των άλλων. Κάποιος που δεν έχει καμία σχέση με την προσωπικότητα μου, συμπίπτει όμως με όλων των άλλων. Κάποιος που δεν έχει ιδέα για ποιό λόγο βρίσκεται εδώ αυτή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, όμως οι υπόλοιποι γύρω του φαίνονται ευχαριστημένοι.
Ποιός να το φανταζότανε πως τελικά το ψεύτικο, το δήθεν, το τελείως διαφορετικό από αυτό που είσαι “πουλάει” περισσότερο στον κόσμο. Δεν τους αρέσει η αλήθεια μου, δεν τους αρέσει η αλήθεια σου, δεν τους αρέσει καν η αλήθεια τους. Επιλέγουν να λένε ψέματα σε εμένα, σε εσένα μέχρι και στους εαυτούς τους. Για το ποιοί είναι, που πάνε, τι θέλουν να κάνουν στη ζωή τους.
Ποιά είναι τα μεγαλύτερα τους όνειρα αλήθεια; Ένα μεγάλο σπίτι με πισίνα, έναν σκύλο, έναν άντρα και ένα παιδί θα σου απαντήσουν στερεοτυπικά σαν να έχουν μάθει όλοι την ατάκα από κάποιο σενάριο ταινίας. Ξέχασαν τι ήθελαν. Το έχασαν κάπου μέσα στον κόσμο που μεγάλωσαν.
Από μικρούς τους προσηλύτιζαν σε πατροναρισμένες απαντήσεις.
– “Τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;”
– “Γιατρός, ή μάλλον όχι, δικηγόρος, ή μήπως επιστήμονας; Αααχ δεν ξέρω, κάτι που να έχει κύρος και καλή αμοιβή υποθέτω.”
Απαντούσαν αυτά που άκουγαν από τους γονείς τους, τα όνειρα των γονιών τους και άφηναν τα δικά τους πίσω. Έχτιζαν έναν άνθρωπο διαφορετικό από αυτόν που ήταν για να μπορέσουν να χωρέσουν στα στενά πλαίσια που όριζε η κοινωνία γύρω τους. Μίκραιναν. Όλο και περισσότερο. Συρρικνώνονταν για να χωρέσουν μέσα στα στερεότυπα και τα πρέπει. Άφηναν και από ένα “αχρείαστο” κομμάτι του εαυτού τους για να μπορέσουν να αφομοιώσουν όλα αυτά τα “σημαντικά” που πρόσταζε ο περίγυρος.
Η μία ήθελε να γίνει μπαλαρίνα, αλλά έκρυψε τις πουέντ και τις του-του φούστες στη σοφίτα και έβγαλε το ταγιέρ και τις γόβες της για να πάει στο δικηγορικό γραφείο για την πρακτική της.
Κάποιος άλλος ήθελε να γίνει μουσικός. Λάτρευε την μουσική. Λάτρευε να ακούει τον ήχο του πιάνο όμως πούλησε το πιάνο για να βγάλει λεφτά για το μεταπτυχιακό του στην Αγγλία πάνω στη Ρομποτική Χειρουργική. Μεγαλογιατρός πλέον και ούτε θυμάται το πιάνο με την ουρά που είχε όνειρο να αγοράσει από τότε που θυμόταν τον εαυτό του.
Και εγώ; Εγώ δεν έχω σχέση με όλα αυτά. Δεν έχω σχέση με όλους αυτούς. Προσπάθησα πολύ να χωρέσω στα καλούπια τους. Να στριμώξω τον εαυτό μου για να μπει, όμως δεν τα κατάφερα. Από μικρή ήμουν επαναστάτρια. Έτσι με φώναζαν και οι γονείς μου. Δεν μου άρεσαν τα πρέπει και τα μη. Και έτσι πορεύτηκα και πορεύομαι στη ζωή μου. Κάνω τα πράγματα με τον τρόπο μου. Και κάνω πάντα αυτό που θέλω, εντός λογικών πλαισίων.
Δεν δέχτηκα να παρατήσω τα όνειρα μου για τις φιλοδοξίες τρίτων. Παππούδες, γιαγιάδες, μαμά, μπαμπάς. Όλοι κάτι ήθελαν από εμένα. Οι γονείς μου να είμαι ευτυχισμένη, να ακολουθώ την καρδιά και τα όνειρα μου και να πετύχω για αυτό που είμαι και όχι για αυτό που θα μπορούσα να γίνω ή για αυτό που έγινα για να αρέσω. Από την άλλη οι παππούδες και οι γιαγιάδες ήθελαν απλώς να περηφανεύονται για μια “εγγόνα” επιστήμονα. Μεγάλη και τρανή, ξακουστή και κοσμογυρισμένη.
Δεν τους παρεξηγώ. Αλλιώς μεγάλωσαν. Στην εποχή τους αυτά μετρούσαν. Η φήμη, το κύρος και τα λεφτά. Όμως όχι στη δική μου.
Στη δική μου προτεραιότητα έχουν οι φιλοδοξίες και τα όνειρα. Προτεραιότητα έχει η αγάπη για τη ζωή και όχι η αγάπη για τη δόξα. Να μου λείπει αν είναι να είμαι δυστυχισμένη.
Θα ακολουθήσω τα όνειρα μου και όπου με βγάλει. Όσα στραβά κι αν έρθουν στον δρόμο μου. Όσες φορές κι αν πέσω και φάω τα μούτρα μου. Όσες φορές και αν κοιτάξω τον εαυτό μου στον καθρέφτη και τον βρίσω για τις επιλογές του. Θα ξέρω τουλάχιστον ότι είναι δικές μου. Ότι δεν τις έκανε κάποιος άλλος για μένα. Και έτσι θα μπορώ να χαμογελάσω και να πω ” Δεν βαριέσαι; Και αύριο μέρα είναι.”
Σε τελική σκέψη δεν θέλω να γίνω αρεστή στον υπόλοιπο κόσμο για κάτι που δεν είμαι. Για την ακρίβεια να μου λείπει. Οι γονείς μου με μεγάλωσαν να είμαι ένα ξεχωριστό και αυτόνομο ον πάνω σε αυτή τη Γη και αυτό σκοπεύω να παραμείνω έως ότου φύγω από αυτή.
Τα όνειρά μας είναι πιο σημαντικά από τα καλούπια της εκάστοτε κοινωνίας. Αν δεν είμαστε ευτυχισμένοι με αυτό που κάνουμε δεν θα ταιριάξουμε ούτως ή αλλιώς σε αυτά τα καλούπια.
Αν δεν αγαπάς αυτό που κάνεις δεν θα μπορέσεις ποτέ να γίνεις ο πρώτος των πρώτων. Δεν θα μπορέσεις ποτέ να αποκτήσεις χρήματα, δόξα και κύρος που τόσο μετράνε σήμερα.
Αν δεν αγαπάς αυτό που κάνεις θα καταλήξεις να κάνεις στα παιδιά σου αυτό που έκαναν και οι γονείς σου σε εσένα. Θα τους καταπιέσεις τα όνειρα. Θα τα κάνεις τόσο μικρά και μηδαμινά που στο τέλος τα παιδιά ούτε θα θυμούνται ότι κάποτε είχαν όνειρα.
Θυμάσαι τον πιανίστα; Ή μάλλον συγγνώμη, τον γιατρό! Πέρασε από ένα μαγαζί με μουσικά όργανα τις προάλλες. Με την καριέρα του στην χειρουργική να πηγαίνει τόσο καλά αποφάσισε να κάνει ένα δώρο στον εαυτό του.
Ένα πιάνο.
Ένα μεγάλο πιάνο, μαύρο με ουρά.
Που ξέρεις, ίσως τελικά να καταφέρει να γίνει μεγάλος και τρανός πιανίστας ακόμα και στα 40 του! Στο κάτω κάτω ποτέ δεν είναι αργά, να το θυμάσαι!