Βάλε στον ουρανό, τα χρώματα της ψυχής σου
Γράφει η Ειρήνη Σταυρακάκη.
Προχωράς μόνος με μια τσάντα στο χέρι και με μπουφάν τσαλακωμένο στο πλάι. Δε ξέρεις πού πας. «Όπου με βγάλει», λες και προχωράς. Το χρώμα που φόρεσες είναι το μαύρο.
Δεν ήταν πάντα το μαύρο. Σου άρεσαν τα φωτεινά χρώματα: κίτρινο, μπλε, κοραλλί. Χρώματα που σε σαγηνεύουν όπου κι αν είσαι.
Μέσα στο κόσμο αναζητάς το χρώμα εκείνο που σε έκανε να χαμογελάσεις δυνατά. Ήταν πράσινο ή γαλάζιο; Γαλάζιο νομίζω… Δεν είμαι και σίγουρος, μη σε πάρω στο λαιμό μου.
Έχω καιρό να το δω, δε θυμάμαι.
Αχ αυτό το μυαλό! Θυμάται λογαριασμούς, κινητά, υποχρεώσεις και δε θυμάται τα χρώματα που του έδωσαν κρασί μες στη γιορτή…
Προχωράς στο πάγκο με τα φουλάρια. Χαζεύεις τις αποχρώσεις του μπλε. Ίσως να κρύβεται εκεί το χρώμα που αναζητάς.
Πιάνεις τη μια δαντέλα, αφήνεις το άλλο λινό. Ψάχνεις ακόμα εκείνο το μπλε, αλλά τίποτα…
Ο ουρανός ροδίζει. Αρχίζει να αλλάζει ρούχα και να φοράει εκείνο το πορτοκαλί φόρεμα με τις ροζ πινελιές. Ο κόσμος χάνεται στη βουή του τρένου και του μετρό.
Κι εσύ ακόμα εκεί… Να επιμένεις. Να αναζητάς. Να ελπίζεις πως μέσα στο πλήθος θα βρεις το δικό σου χρώμα, το μπλε του δικού σου ουρανού.
LoveLetters