Ώρα: αργά.
Μέρα: συνηθισμένη.
Μέρος: όπου μια ψυχή μπορεί να ηρεμεί αυτή την ώρα.
Και εγώ εδώ κάθομαι και γράφω. Με χαλαρό το σώμα και ήρεμο το μυαλό. Σε αναπολώ, σε νιώθω. Τα δάχτυλά μου απαλά ακουμπάνε τα πλήκτρα, το μυαλό μου ήρεμο αναπολεί το χαμόγελό σου. Είναι αστείο όμως, δεν υπάρχει λόγος να το κάνω, δε σε έχω δει ποτέ μου, δε σε έχω αγγίξει ποτέ μου. Γιατί μου συμβαίνει αυτό;
Είσαι στην άκρη του μυαλού που πλέον όταν ξυπνάω. Κοντεύω να μάθω την καθημερινότητά σου απ’έξω και ανακατωτά. Όμως, ακόμα να φανεί το πρόσωπό σου. Ακόμα να σου πω καλημέρα στο ίδιο κρεβάτι, ακόμα να σου πω καληνύχτα με ένα φιλί, ακόμα να δούμε τις αγαπημένες μας ταινίες μαζί. Τόσα σχέδια κάνουμε μαζί. Αλλά κάθε βράδυ τα βλέπουμε σε επανάληψη χωριστά.
Και δεν είναι πως δεν υπάρχεις. Είσαι ολοζώντανος, υπαρκτός, άνθρωπος με τα όλα του και με το άλφα κεφάλαιο. Ψυχάρα είσαι, με το πιο υπέροχα μπλεγμένο μυαλό που έχω δει και ανυπομονώ να το κάνω κουβάρι με το δικό μου. Έχεις και μια λάμψη στα μάτια, έτσι όπως σε βλέπω και όπως σε φαντάζομαι, που μπορεί να τη ζηλεύουν και μερικά αστέρια. Σταμάτα να μου στέλνεις φωτογραφίες, δεν τις θέλω. Όση ώρα θα σου πάρει να μου στείλεις την κατάλληλη, βάλε δυο ρούχα σε μια τσάντα κι έλα.
Έλα και δείξε μου πως υπάρχεις. Πες μου πως δεν είσαι και εσύ ένα απείκασμα της φαντασίας μου. Έλα και ψιθύρισέ μου το όνομά μου, δείξε μου πόσο με έμαθες από ανούσια μηνύματα και τηλέφωνα να σου δείξω και εγώ πόσο με έχεις κάνει να καίγομαι δίχως καν να έχω δει πόση ζωντάνια χωράει μέσα στο περίπου 1 και 70 σου.
Πού να το ήξερα, συνεργάτες εν δυνάμει στον ίδιο χώρο και τώρα να παίζουμε σε ένα μυαλό. Γιατί, αλήθεια, με έχεις κάνει να πιστεύω πως έχω βρει την αντρική μου εκδοχή. Όχι, δε λέω πως σκέφτεσαι σαν γυναίκα, απλά δηλώνω με όλο μου τον ψυχισμό πως είσαι ό,τι πιο γλυκό έχω γνωρίσει. Και δεν μπορείς να φανταστείς πόσο θέλω να σε γνωρίσω στ’αλήθεια.
Πώς και πώς το περιμένω να πιούμε τις μπίρες μας παρέα. Και ας μη μου μιλήσεις καν, και ας μη με φιλήσεις καν. Να σε παρατηρήσω θέλω. Κάθε στάλα του χαμόγελού σου να απολαύσω, κάθε βλέμμα των ματιών σου να αρπάξω, κάθε κίνηση των χεριών σου να αφομοιώσω μέχρι την επόμενη φορά που θα σε ξαναδώ μπροστά μου.
Μάλλον βιάζομαι, μάλλον ονειροπολώ όμως. Ας υπάρξει πρώτα η πρώτη φορά, η παρθενική μας φορά. Τότε που θα πάψει να είναι ουσιαστικά αγνό το μυαλό μου γιατί θα εκραγεί και θα αμαρτήσει από την εικόνα σου. Άσε με την πρώτη φορά να την κάνω όπως το θέλω. Βασικά, το απαιτώ. Κι έχω το δικαίωμα να το κάνω γιατί είμαι σίγουρη πως θα σου αρέσει.
Για λίγο ακόμα, μου φτάνουν τα λόγια σου. Για πολύ ακόμα, δεν ξέρω. Σε θέλω εδώ. Σε θέλω τώρα. Σε αυτό το απαγορευμένο και αόριστο τώρα, στο αόριστο εδώ, στο αόριστο εμείς. Στο συγκεκριμένο εγώ και εσύ, στο συγκεκριμένο μέρος που σου έχω υποσχεθεί να πάμε, την συγκεκριμένη ώρα, τη συγκεκριμένη συναισθηματική στιγμή. Έλα να ενωθούν οι ψυχές μας, πολύ θα το θέλουν. Το αισθάνομαι. Σε αισθάνομαι.