Γράφει η Κατερίνα Μίσσια
Άκου και τώρα σώπασε.
Είμαι εκείνη που στα μάτια σου είδε τον κόσμο όλο.
Είμαι εκείνη που ήθελε να σου δώσει τον κόσμο όλο.
Είμαι εκείνη που στέκεται στη ζωή σου απο μακριά και σε είδε να αλλάζεις, να γίνεσαι εκείνος ο τέλειος για κάποια άλλη, να γίνεσαι εκείνος ο άλλος για εμένα.
Να μεγαλώνεις, να γίνεσαι σκληρός, να ζεις μια ζωή που δεν είσαι εσύ.
Κι εγώ απο μακριά να κρατάω πάντα την εικόνα εκείνου που ερωτεύτηκα.
Γιατί ερωτεύτηκα εκείνο το παιδί με το λαμπερό χαμόγελο, εκείνο το παιδί που τα μάτια του έσταζαν ειλικρίνεια.
Πού είναι το λαμπερό σου βλέμμα;
Πού είναι το χαμόγελό σου;
Πού είναι η ζωντάνια που φαινόταν σε κάθε κυτταρο σου;
Προσπάθησα να σε αγγίξω όλα αυτά τα χρόνια, να σου στείλω λίγο απο τη μαγεία εκείνου του παιδιού κι εσύ το είδες, μα δεν κατάλαβες,το είδες και δεν το ένιωσες.
Κι εγώ διακριτικά, κάπου μακριά, πονούσα αθόρυβα. Πονούσα πίσω απο τα χαμόγελα που μοίραζα απλόχερα σε όλους.
Κι ας σ’έβλεπα να αλλάζεις.
Κι ας προσπαθούσες να το κρύψεις.
Γιατί το έβλεπες και το βλέπεις κι εσύ.
Άλλαξες φίλε μου, δεν άλλαξα εγώ, εγώ δεν θα αλλάξω ποτέ…