Γράφει η Ειρήνη Σταυρακάκη
Είναι η βροχή που κάνει τα φύλλα να σιγοτραγουδούν και να χορεύουν. Είναι τα σύννεφα που καταπίνουν το φως κι αφήνουν τη θαμπάδα να περνά τις σχισμές. Όλα μαζί μού φέρνουν μελαγχολία. Δεν ξέρω γιατί και πώς αλλά μου αρέσει η γεύση της. Χείλη στεγνά που μαλακώνουν στο άγγιγμα της βροχής, τζάκια αναμμένα τριγύρω, μια μίξη φωτιάς και σάπιου βρεγμένου ξύλου.
Δε μου λείπει κάτι στο τώρα. Απλά έτσι, κάποιες φορές το έχω ανάγκη να φοράω τα αρώματα της μέρας. Και η μέρα καμιά φορά βαριέται τον ήλιο μες στο καλοκαίρι και βάζει τα κλάματα για να σπάσει τη μονοτονία. Και μες στο χειμώνα της αρέσει να διαλέγει τον ήλιο, τη βοηθάει να σκέφτεται τι πέρασε στο χτες μέσα στο καλοκαίρι.
Όλα είναι στη φύση μας. Δε θέλεις πολύ για να κλάψεις από συγκίνηση, ή να γελάσεις μέσα στη θλίψη σου. Η πάστα μας είναι έτσι, μια αντιφατικότητα που δε μπορεί να περιμένει, τα θέλει όλα μαζί και αμέσως: μίσος, αγάπη, έρωτα, εμπιστοσύνη, απιστία και ζήλεια. Όλα στο ίδιο πρόσωπο, στην ίδια σκηνή. Όπως και να το κάνουμε, δε μπορούμε να αλλάξουμε, η κατάρα μας είναι να ζούμε τα πάντα πολύ. Το πρόσωπο που μας κάνει να γελάμε μέσα στο δάκρυ, να τρέμει η φωνή σε κάθε της φθόγγο, είναι αυτό που παίζει με το μυαλό μας.
Ό,τι δε μπορούμε να έχουμε πάση θυσία, καταλήγουμε να το μισούμε. Δε μπορώ να σου εξηγήσω το λόγο. Μάλλον γιατί σε κάθε μας βήμα θέλουμε να είμαστε κυρίαρχοι των πάντων. Κάτι που δεν έχουμε, το θέλουμε με νύχια και με δόντια. Αν δεν γίνει δικό μας, είναι ορκισμένος εχθρός. Αυτός ο σίφουνας δε κοπάζει ποτέ. Είναι ο δαίμονας που σου ψιθυρίζει μελιστάλακτα μες στο αυτί, ένα πρωτόγονο άκουσμα που σε θέλγει χωρίς αντιστάσεις. Σπάνια θα τον παρακούσεις, δε μπορείς να σταματήσεις αν κάνεις την αρχή.
Μέχρι να βρεις τον επόμενο στόχο τα λόγια γίνονται ένα ρεφρέν στο αυτί σου. Θέλεις όλο και πιο πολλά, όλα μαζί, τα πάντα. Αν καταφέρεις και πιάσεις τα λόγια του, τότε αρχίζει το δράμα. Θες κάτι άλλο, πολύ πιο μεγάλο, πολύ πιο σατανικό. Ποτέ δε μένεις στο ένα όλα ή τίποτα μέσα στο πάντα…