Γράφει η Έφη Παναγοπούλου
Θυμάμαι τόσο καθαρά, τόσο ζωντανά, την ημέρα εκείνη, που σου έδωσα το χέρι μου και κοιταχτήκαμε στα μάτια. Δειλά είπα το “χάρηκα που σε γνώρισα”, σαν να το ένιωθα τόσο έντονα μέσα μου, ότι από εκείνη την ημέρα θα με στοίχειωνε εκείνο το “χάρηκα που σε γνώρισα”. Ήξερα ότι ήταν καρμικό, το έβλεπα στα μάτια μας, το έβλεπα μπροστά μου σαν ταινία μικρού μήκους. Ξεκινάει με ένα χάρηκα συνεχίζει με ένα μεγάλο έρωτα και καταλήγει με πόνο.
Υπάρχουν και τα ενδιάμεσα, οι διαφημίσεις ανάμεσα στο χάρηκα που σε γνώρισα και στον έρωτα. Υπάρχει η αγωνία να ειδωθούμε, η ανάγκη μας για αγκαλιά, τα μεγάλα λόγια, άλλοτε χωρίς πράξεις και άλλες φορές με μεγαλεπήβολες πράξεις αγάπης, δέους και θαυμασμού ο ένας στο πρόσωπο του άλλου. Ανάμεσα στο έρωτα και στον πόνο υπάρχουν και εκείνες οι διαφημίσεις που έχουν θλίψη, που έχουν άσχημα λόγια, η σιωπή, η αδιαφορία, το φευγιό.
Πώς γίνεται με ένα “χάρηκα που σε γνώρισα” να καταλήγουμε στον πόνο; Δυο στενά δρόμος, τόσο εύκολα και απίστευτο χάσιμο χρόνου, γιατί κάπου ανάμεσα στα στενά και στο χρόνο που περνάει εσύ κολλάς και περιμένεις, ενώ ο άλλος έχει ήδη προχωρήσει και σε έχει αφήσει πολύ πίσω, έχει πάει στον επόμενο δρόμο. Στο επόμενο “χάρηκα που σε γνώρισα”.
Και έτσι έρχεται η ώρα να κάνεις μια έξοδο μεγάλη, να δώσεις ένα τέλος που αρμόζει. Και φοβάσαι να αφήσεις αυτό που σου έδινε χαρά, φοβάσαι να ξεχάσεις το χάρηκα, φοβάσαι να αφήσεις το κάρμα σου. Δεν θες να πας στον επόμενο δρόμο, γιατί βλέπεις ότι ο επόμενος δρόμος δεν έχει φώτα, έχει σκοτάδια και πόσο φοβάσαι τα σκοτάδια…
Έτσι αποφασίζεις να μείνεις στάσιμος σε κάτι που δεν έχει ουσία και να περιμένεις κάτι, που δεν θα έρθει ποτέ πίσω, αντί να θρηνήσεις για αυτό. Να θρηνήσεις γιατί το έχασες, έφυγε, γιατί τελικά δεν ήταν ποτέ δικό σου και να πας στον επόμενο δρόμο, που μπορεί να μην έχει φώτα, αλλά έχει ελπίδα, ότι μπορεί να ανάψουν τα φώτα. Και να μην ανάψουν δεν πειράζει, θα κάνουμε φίλο μας το σκοτάδι.
Στο επόμενο “χάρηκα που σε γνώρισα” συνέχισε να κοιτάς στα μάτια. Που ξέρεις, κάπου εκεί έξω κάποιος θα υπάρχει που θα το εννοεί, που θα σε δει με τα μάτια της ψυχής του, που θα δει εσένα και θα μείνει για εσένα, που δεν θα αλλάξει δρόμο. Κάποιος, που θα περάσετε χέρι χέρι το σκοτάδι και ο πόνος του θα είναι πόνος σου και η χαρά του χαρά σου. Που ξέρεις, το κάρμα φυγείν αδύνατον.
Join the discussion